Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Φόροι, ας βγάλουμε το κεφάλι από την άμμο*

Τ​​ο μοντέλο φορολογικής πολιτικής που ακολουθεί η χώρα έχει πλήρως χρεοκοπήσει. Η φορολογική πολιτική δημιουργεί κίνητρα ή αντικίνητρα σε άτομα και επιχειρήσεις. Η φορολογία αποτελεί τμήμα του κόστους της οικονομίας ενός κράτους. Η αυξημένη φορολογία αφαιρεί από την οικονομία τα κεφάλαια που της είναι απαραίτητα για να αναπτυχθεί, περιορίζει την αποταμίευση και αποτελεί εμπόδιο στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Ηδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 ο Αρθουρ Λάφερ απέδειξε με την περίφημη καμπύλη του, κατά τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, ότι, όταν το κράτος αυξάνει τους φορολογικούς συντελεστές του από κάποιο ανεκτό ποσοστό και πέρα, τα δημόσια έσοδα μειώνονται. Οι φορολογούμενοι δεν έχουν κίνητρο να αυξήσουν ούτε το εισόδημά τους ούτε το επενδυτικό ρίσκο τους και αναζητούν νόμιμους ή μη νόμιμους τρόπους να αποφύγουν την πληρωμή των φόρων. Οσο μεγαλύτερη είναι η αφαίμαξη των εισοδημάτων από το κράτος, τόσο ισχυρότερο και περισσότερο απενοχοποιημένο είναι το κίνητρο της φοροδιαφυγής. Οι φόροι θα πρέπει να επιβραβεύουν, κατά τον Ανταμ Σμιθ, την «ενιαία, καθαρή και αδιάκοπη προσπάθεια κάθε ανθρώπου να βελτιώσει την κατάστασή του».
Ειδικότερα, σύμφωνα με την τελευταία Εκθεση Ανταγωνιστικότητας (Global Competitiveness Report) του Παγκόσμιου Οικονομικού Forum, η υψηλή φορολογία με ποσοστό 20,3% καταγράφεται ως ο πρώτος λόγος για να μην επενδύσει κανείς στην Ελλάδα και αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την κρίση.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας βάσει των τελευταίων δημοσιευμένων στοιχείων της ΑΑΔΕ, η πραγματική φορολογική επιβάρυνση (effective tax rate) των εισοδημάτων άνω των 42.000 ευρώ, εάν συνυπολογιστούν οι ασφαλιστικές εισφορές, υπερβαίνει το 65%. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτουν ακόμη τα εξής:
• Οτι ο αριθμός των φορολογουμένων με ατομικό φορολογητέο εισόδημα μεγαλύτερο των 42.000 ευρώ μειώθηκε το 2015 σε σχέση με το 2010 κατά 45% περίπου.
• Οτι μόλις το 20% των φορολογουμένων πλήρωσε σχεδόν το 90% του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Συνεπώς το κύριο βάρος των άμεσων φόρων επωμίζεται μια πολύ μικρή, ιδιαίτερα ικανή και παραγωγική κατηγορία πολιτών.
Επίσης, από τη μελέτη του ΚΕΦΙΜ με τίτλο «Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας» προκύπτει ότι το 2018 οι φορολογούμενοι σταματούν να εργάζονται για το κράτος και εργάζονται πλέον για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες στις 18 Ιουλίου. Η αντίστοιχη ημέρα το 2017 ήταν η 6η Ιουλίου.
Αυτός ο παραλογισμός, ο οποίος καταστρέφει κάθε κίνητρο δημιουργίας και προόδου και δρα αποτρεπτικά σε οποιαδήποτε επένδυση, δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, υποστηρίζουμε την άμεση μείωση των φόρων και την καθιέρωση στη φορολογία εισοδήματος ενός ενιαίου φορολογικού συντελεστή (flat tax), ο οποίος σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 15%-20%. Η θέσπιση ενιαίου φορολογικού συντελεστή συνιστά επιβράβευση και όχι τιμωρία της οικονομικής δραστηριότητας. Επιβραβεύοντας τους πιο παραγωγικούς πολίτες, το μέτρο θα ενθάρρυνε τη νόμιμη απόκτηση πλούτου, τις επενδύσεις και την αποταμίευση. Για την οικονομία η αντικατάσταση του συστήματος της προοδευτικής φορολογίας με έναν ενιαίο φορολογικό συντελεστή, σε συνδυασμό βεβαίως με άλλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, θα είχε ως αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση του εγχωρίου προϊόντος, την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε τραπεζικό δανεισμό και επενδυτικά κεφάλαια, νέες επενδύσεις, την αποτελεσματικότερη είσπραξη του φόρου εισοδήματος και την ενίσχυση της φορολογικής συνείδησης των πολιτών. Επιπλέον, η απλοποίηση του συστήματος θα εξοικονομούσε τεράστιους πόρους για τους πολίτες και το Δημόσιο.
Η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας δεν γίνεται με παραμετρικές αλλαγές του υπάρχοντος χρεοκοπημένου φορολογικού μοντέλου. Προϋποθέτει ριζοσπαστικές και θαρραλέες μεταρρυθμίσεις με κέντρο την οικονομική ελευθερία και τον δραστικό περιορισμό του κράτους Λεβιάθαν.
* Πρόκειται για άρθρο που γράφτηκε από κοινού με τον Καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου κ. Παναγιώτη Λιαργκόβα και δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή της Κυριακής στις 26 Αυγούστου 2018.

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ (ΜΕΡΟΣ 1ο)*

Μερικές αλήθειες ενοχλούν. Κάποιες άλλες ενοχλούν περισσότερο. Στην περίπτωση του ασφαλιστικού η άρνηση να αντικρίσουμε την πραγματικότητα οδηγεί τη χώρα με μαθηματική βεβαιότητα στην καταστροφή. Πρώτη και κύρια αλήθεια, το ασφαλιστικό σύστημα έχει προ πολλού καταρρεύσει. Όταν ένα σύστημα εδώ και δεκαετίες δίνει συντάξεις από τα λεφτά των φορολογουμένων και όχι από τα λεφτά των ασφαλισμένων σε ποσοστό που αγγίζει το 60% της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης πολύ απλά δεν είναι βιώσιμο. Εάν αύριο το πρωί το κράτος έπαυε να επιδοτεί τα ασφαλιστικά ταμεία, οι συντάξεις θα περιορίζονταν κατά μέσο όρο περίπου στο 50% των σημερινών. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος επισημαίνουμε τα εξής:
● Από το 2001 έως και το 2017 το κράτος χρηματοδότησε τα ασφαλιστικά ταμεία περίπου με το ποσό των 205 δισ. ευρώ ή με 12 δισ. ευρώ περίπου κατά μέσο όρο ετησίως.
● Το 7% του ΑΕΠ της χώρας δαπανάται για την επιχορήγηση των ασφαλιστικών ταμείων.
● Το κράτος δηλαδή επιχορήγησε τα ταμεία με ποσά που αντιστοιχούν στο 59% του σημερινού χρέους της κεντρικής κυβέρνησης.
● Η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη ανέρχεται το 2018 σε 28,9 δισ. ευρώ, ήτοι σε 16,2% του ΑΕΠ. Το 2019, μετά τις νομοθετημένες από την κυβέρνηση περικοπές ο λόγος συνταξιοδοτικής δαπάνης προς ΑΕΠ θα ανέρχεται στο 14,2%. Ο μέσος όρος των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 12,9%. Δηλαδή η Ελλάδα μια χώρα με σημαντικά οικονομικά προβλήματα δαπανά για συντάξεις μεγαλύτερο ποσοστό του παραγόμενου πλούτου της σε σύγκριση με τις οικονομικά εύρωστες χώρες της Ευρώπης. Ο δείκτης αυτός συμβάλλει στη μέτρηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μιας χώρας.
● Το 2019 θα έχουμε 2,9 εκατομμύρια συνταξιούχους περίπου δηλαδή το 26% του πληθυσμού.

Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι ο κύκλος του ασφαλιστικού μας συστήματος έχει προ πολλού ολοκληρωθεί. Για να διατηρηθεί το σύστημα στη σημερινή απολύτως ελλειμματική κρατική μορφή του πρέπει είτε να αυξηθούν οι εισφορές είτε να καλυφθεί το έλλειμμα από τον προϋπολογισμό. Καμιά όμως από αυτές τις επιλογές δεν συνιστά λύση του προβλήματος. Απλώς μεταθέτει την επίλυσή του στις επόμενες γενιές με ακόμη μεγαλύτερο κόστος και υπονομεύει ταυτοχρόνως την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.
Βεβαίως, οι δυνάμεις της αδράνειας και της συντήρησης, δηλαδή το οπισθοδρομικό λαϊκιστικό τόξο της χώρας (συνδικάτα, κρατιστές πολιτικοί, Αριστερά κ.ά.) έχουν ως στόχο αφενός μεν τον προϋπολογισμό, τα λεφτά δηλαδή των φορολογουμένων, αφετέρου δε την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών. Στο μυαλό τους, όσο κι αν αυξηθεί το αναλογιστικό έλλειμμα, αυτό μπορεί να καλύπτεται από το μόχθο των φορολογουμένων. Ουδείς εξ αυτών αντιλαμβάνεται ότι κάθε ευρώ που δίνεται για τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού ελλείμματος αφαιρείται την ίδια στιγμή από την παραγωγική οικονομία ή και από άλλους τομείς δημοσίων δαπανών, όπως οι δημόσιες επενδύσεις, η υγεία, η ασφάλεια, η απονομή δικαιοσύνης, η μείωση του χρέους κ.ά. Έτσι μειώνεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και διαπράττεται μια μεγάλη αδικία εις βάρος των σήμερα αγέννητων και των νέων ανθρώπων.
Θα επανέλθουμε.

* Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο στις 14.9.2018

Ένας άσχετος με το συνταξιοδοτικό πρωθυπουργός*

O πρωθυπουργός κατηγόρησε τη ΝΔ ότι θέλει τάχα να αντικαταστήσει το διανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα με κεφαλαιοποιητικό, παρομοιάζοντας δολίως τις προτάσεις ενός συνταξιοδοτικού συστήματος τριών πυλώνων (δημόσιο σύστημα, επαγγελματική ασφάλιση, επικουρική ασφάλιση) με το πρόγραμμα Πινοσέτ! Για μια ακόμη φορά αυτός και οι προπαγανδιστές συνεργάτες του συλλαμβάνονται είτε να εξαπατούν εσκεμμένα τους πολίτες είτε να έχουν πλήρη άγνοια των θεμάτων στα οποία αναφέρονται ‒ είτε, το πιθανότερο, να ισχύουν και τα δύο συγχρόνως.
Κατ’ αρχάς να επισημανθούν για τη Χιλή τα εξής:
‒ Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση στη Χιλή εφαρμόστηκε από τον Πινοσέτ το 1980 αλλά σχεδιάστηκε από την κυβέρνηση Αλιέντε ήδη από το 1972.
‒ Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση στη Χιλή θεωρείται διεθνώς ένα πολύ επιτυχημένο μοντέλο μετάβασης από το διανεμητικό σύστημα στο κεφαλαιοποιητικό.
‒ Η συντριπτική πλειονότητα των ασφαλισμένων στη Χιλή κατά την εφαρμογή της μεταρρύθμισης προτίμησε ελεύθερα το νέο σύστημα –ενώ μπορούσε να παραμείνει στο παλαιό‒ και δικαιώθηκε στην επιλογή της.
‒ Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις της Χιλής που ακολούθησαν μετά τη Χούντα του Πινοσέτ διαφημίζουν ως πρότυπο το κεφαλαιοποιητικό ασφαλιστικό σύστημα της χώρας τους.
Δυστυχώς ο άσχετος πρωθυπουργός κατηγορεί κάτι που αγνοεί για να πλήξει ένα κόμμα, τις θέσεις του οποίου δεν γνωρίζει ή διαστρέφει. Το σύστημα της Χιλής δηλαδή δεν το υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία, η πρόταση της οποίας για το ασφαλιστικό είναι εν πολλοίς συμβατή με όσα συζητούνται εδώ και καιρό στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα:
‒ Η επιλογή ενός συστήματος τριών πυλώνων αποτελεί θεμελιώδη επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία επιδιώκει εδώ και χρόνια μία σύνθεση από διανεμητικούς και κεφαλαιοποιητικούς παράγοντες που θα διαμορφώνουν τις παροχές του νέου συστήματος.
Ήδη επίκειται η ψήφιση Κανονισμού για τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού ατομικού συνταξιοδοτικού προϊόντος, του περίφημου PEPP (Pan-European Private Pension Product), ενός ατομικού συνταξιοδοτικού προϊόντος δηλαδή στο οποίο θα συμμετέχει ο ασφαλισμένος οικειοθελώς, θα διαθέτει φορητότητα (θα μπορεί να μεταφερθεί δηλαδή από χώρα σε χώρα) και θα του παρέχει στη λήξη του είτε σύνταξη είτε εφάπαξ ποσό. Η αδειοδότηση αυτών των προϊόντων θα γίνεται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Συντάξεων – EIOPA. Κύριος πάροχος τέτοιων προϊόντων θα είναι τόσο οι ασφαλιστικές εταιρείες όσο και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της Ε.Ε. ο πυλώνας με τη μεγαλύτερη βαρύτητα στα ευρωπαϊκά συνταξιοδοτικά συστήματα στο μέλλον θα είναι ο δεύτερος πυλώνας, ο κεφαλαιοποιητικός. Στον δεύτερο πυλώνα θα υπάρχει υποχρεωτική συμμετοχή του ασφαλισμένου, απαραίτητος κανόνας προκειμένου να μεταφερθεί σε αυτόν σταδιακά το μεγαλύτερο τμήμα των ασφαλιστικών υποχρεώσεων του κρατικού πρώτου πυλώνα και να απαλλαχθούν οι κρατικοί προϋπολογισμοί από το βάρος του υψηλού ποσοστού αναπλήρωσης που παρείχε μέχρι πρόσφατα.
Ο πυλώνας αυτός θα αποτελέσει το βασικότερο όχημα για τις συντάξεις του μέλλοντος. Οι φορείς των παροχών του δεύτερου πυλώνα ονομάζονται Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ).
Ο πρωθυπουργός, δυστυχώς για τον ίδιο και τη χώρα, δεν γνωρίζει ότι δεν υπάρχει σήμερα ανεπτυγμένη χώρα που να στηρίζει τις συντάξεις των πολιτών της αποκλειστικά και μόνο στο κρατικό διανεμητικό σύστημα, το οποίο συνεχώς συρρικνούται. Όπως αναφέρθηκε, δεν έχει πάρει μυρωδιά έστω για το είδος των συζητήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μελετά διεξοδικά εδώ και χρόνια την πορεία των συνταξιοδοτικών συστημάτων και διατυπώνει σημαντικές παραινέσεις προς τα κράτη-μέλη. Σκοπός της ο σταδιακός περιορισμός των κρατικών διανεμητικών συνταξιοδοτικών συστημάτων ‒τα οποία σχεδόν παντού έχουν φθάσει στα όριά τους, κυρίως λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και της συνεχώς βελτιούμενης μακροζωίας‒ και η ενίσχυση των ιδιωτικών κεφαλαιοποιητικών σχημάτων του δεύτερου και τρίτου πυλώνα ασφάλισης, που είναι σε θέση να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη σταθερότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος στο μέλλον.
Τέλος, ας πει κάποιος στον Τσίπρα ότι, με τη διεστραμμένη λογική του, εάν ο Μητσοτάκης είναι υπεύθυνος για το επιτυχημένο κεφαλαιοποιητικό σύστημα του Πινοσέτ, τότε ο ίδιος είναι υπεύθυνος για το αποτυχημένο διανεμητικό σύστημα του Ιωάννη Μεταξά.

Δημοσιεύθηκε στο www.liberal.gr στις 10.9.2018

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Ο χρυσός κλώνος για την οικονομία*

Στην «Αινειάδα» του Βιργιλίου συναντά κανείς τον χρυσό κλώνο που επιτρέπει, σύμφωνα με τον χρησμό της Σίβυλλας, στον Αινεία να κατέβει στον Άδη και να φτάσει στον προορισμό του. Ένας τέτοιος χρυσός κλώνος υπάρχει και στα δημόσια οικονομικά και ακούει στο όνομα «Φειδώ». Καμιά αποτελεσματική οικονομική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγούμενο δραστικό περιορισμό και εξορθολογισμό των δαπανών του κράτους δίδασκε ο μεγάλος οικονομολόγος Τυργκό. Κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο καθώς ζούμε σε μια εποχή αφροσύνης και επιπολαιότητας που είναι ευκολότερο να ξοδεύεις δισεκατομμύρια από το να εξοικονομείς ένα ευρώ. Στα κοινοβουλευτικά ήθη των προηγμένων κρατών η εισήγηση του προϋπολογισμού είναι ένα από τα κυριότερα γεγονότα. Οι πραγματικά επιτυχημένοι υπουργοί οικονομικών –και δεν γνωρίζω πολλούς τέτοιους διεθνώς‒ είναι όσοι δεν υπέκυψαν σε παραινέσεις του τύπου «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», στην αχαλίνωτη δηλαδή ροπή των κοινοβουλίων για σπατάλη με τα χρήματα των άλλων, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τις κοινωνικές διαιρέσεις, την κοινωνική πολιτική και κυρίως τον φθόνο των πολλών κατά των λίγων επιτυχημένων.
Το συμφέρον μιας χώρας δεν μπορεί να στηρίζεται στη μεταφορά πόρων μέσω της αύξησης των δαπανών και της φορολογίας από τις τσέπες εκείνων που παράγουν πλούτο στις τσέπες όσων το μόνο που γνωρίζουν είναι να ...καταναλώνουν με μαεστρία όσα οι πρώτοι παράγουν. Οι φοροπαραγωγοί είναι ικανότεροι, πλην όμως λιγότεροι και ανοργάνωτοι σε σχέση με τους φοροκαταναλωτές, οι οποίοι είτε είναι περισσότεροι είτε καλύτερα οργανωμένοι σε ισχυρές συντεχνίες και πελατειακά δίκτυα. Το συμφέρον μιας χώρας επιβάλλει αυτό που ο μεγάλος φιλέλληνας πολιτικός Γλάδστων υποστήριζε, οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί λιγότερο φτωχοί. Δεν πρόκειται για αντίφαση, αντιθέτως είναι δύσκολο οι φτωχοί να γίνουν λιγότερο φτωχοί χωρίς προηγουμένως οι πλούσιοι να γίνουν πλουσιότεροι.
Είναι μεγάλη πλάνη να πιστεύει κανείς ότι βοηθάει τάχα τους φτωχούς και χαμηλόμισθους με επιδόματα και παροχές που μεγαλώνουν το κράτος, άποψη του συρμού στους πολιτικούς κύκλους δεξιών και αριστερών. Εάν επιθυμείς να ανακουφίσεις τους πολίτες με χαμηλό εισόδημα και να βελτιώσεις τις οικονομικές συνθήκες της ζωής τους μια και μόνη συνταγή υπάρχει: να στρέψεις την προσοχή σου στα αντικείμενα εκείνα τα οποία διευκολύνουν την εργασία και παρέχουν το ανώτατο δυνατό ποσό εργασίας: περισσότερη οικονομική ελευθερία, λιγότεροι και αναλογικοί άμεσοι φόροι και εισφορές, κατάργηση των φόρων περιουσίας, μικρότερο και λιγότερο γραφειοκρατικό κράτος. Μόνο η οικονομική ελευθερία διασφαλίζει τη δικαιότερη αμοιβή εργασίας και κεφαλαίου και οδηγεί σε αύξηση της παραγωγής και της οικονομικής ευημερίας.

Για να επιστρέψω στον έλεγχο των δαπανών του κράτους, τα οικονομικά δεν είναι κάποια απόκρυφη επιστήμη. Μια τέτοια αντίληψη οδηγεί σε απουσία οποιουδήποτε ελέγχου εκ μέρους της κοινής γνώμης και ασύδοτη σπατάλη εκ μέρους των κρατικών φορέων και των άμεσα ενδιαφερομένων. Ο αποτελεσματικός περιορισμός των κρατικών δαπανών αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο μιας επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής. Η διαφάνεια και ο έλεγχός τους είναι πάντοτε ανεκτίμητα για τα έθνη.

* Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο στις 7 Σεπτεμβρίου 2018.

Το νέο Προ-Πο σύστημα Γαβρόγλου *

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε μια ακόμη επικοινωνιακή προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει λόγω των ανερμάτιστων επιλογών της προχώρησε σήμερα δια του υπουργού Παιδείας στην ανακοίνωση μιας ακόμα «αλλαγής» στο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ.
Πρόκειται για μια εντελώς αποσπασματική και αντιφατική παρέμβαση η οποία επ’ ουδενί δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «μεταρρύθμιση».
Το προτεινόμενο σύστημα είναι αποσπασματικό καθώς:
● Αποτελεί σημειακή παρέμβαση μόνο στη Γ΄ Λυκείου αγνοώντας πλήρως όλες τις υπόλοιπες τάξεις του Γενικού Λυκείου, αλλά κυρίως το συνδεόμενο και υπερώριμο αίτημα της ριζικής αναμόρφωσης της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης στη Λυκειακή βαθμίδα.
● Ασχολείται μόνο με τις τεχνικές διαρρυθμίσεις του συστήματος (πόσα μαθήματα, με ποιες βαρύτητες, συμπλήρωση μηχανογραφικού δελτίου), χωρίς να αντιμετωπίζει το χρόνιο πρόβλημα της αποστήθισης, του μηχανικού τρόπου πρόσκτησης της γνώσης και άρα της ουσίας τού τι εξετάζεται και πώς διασφαλίζουμε την επιλογή των καλύτερων.
Παράλληλα το προτεινόμενο σύστημα είναι αντιφατικό καθώς:
● Ενώ μιλάει για την ανάγκη εξειδίκευσης των μαθητών περιορίζει αυτή την επιλογή μόνο στη Γ΄ Λυκείου. Έτσι, αντί οι μαθητές να εξειδικεύονται σταδιακά και με αύξουσα ένταση προχωρώντας από τάξη σε τάξη στο Λύκειο, καλούνται να μεταβούν ξαφνικά από ένα μοντέλο γενικής εκπαίδευσης στις δυο πρώτες τάξεις του Λυκείου σε ένα μοντέλο ακραίας εξειδίκευσης (ουσιαστικά επαναφορά των παλαιών δεσμών) μόλις στη Γ΄ Λυκείου, χωρίς προηγουμένως να έχουν την ευκαιρία να διερευνήσουν τις κλίσεις και τις προτιμήσεις τους.

● Ενώ μιλάει για την ανάγκη αξιοκρατίας, το ίδιο την καταργεί στην πράξη αφού μέσω του προτεινόμενου συστήματος εισαγωγής σε Τμήματα ελεύθερης πρόσβασης μετατρέπει την εισαγωγή στα ΑΕΙ σε «Προ-Πο», εφόσον  ευνοούνται μαθητές που κάνουν καλύτερη πρόβλεψη για το ποια θα είναι τα Τμήματα αυτά και όχι οι καλύτεροι σε βαθμολογία μαθητές. Το υποχρεωτικό ανώτατο όριο των δέκα μαθημάτων δεν ευνοεί την αξιοκρατία αλλά την καλύτερη πρόβλεψη.
● Ενώ μιλάει για την ανάγκη αναβάθμισης του Απολυτηρίου του Λυκείου ουσιαστικά υποβάλλει τους μαθητές σε διπλές εξετάσεις στα ίδια μαθήματα σε απόσταση λίγων μόνο ημερών, μια φορά σε ενδοσχολικό και μια σε πανελλαδικό επίπεδο.
Το κυριότερο όμως είναι ότι το προτεινόμενο σύστημα είναι εμφανώς προϊόν προχειρότητας, καθώς μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων μένουν αδιευκρίνιστα και θολά. Τα βασικότερα από αυτά είναι:
● Ποιες διασφαλίσεις περί του αδιάβλητου χαρακτήρα τους θα έχουν οι ενδοσχολικές εξετάσεις για την απόκτηση του Απολυτηρίου Λυκείου που θα γίνονται σε επίπεδο Δήμου ή Νομού (π.χ. θα είναι ανώνυμα τα γραπτά δοκίμια των μαθητών κατά το πρότυπο των Πανελληνίων;).
● Τι θα γίνει με τη διαχείριση του πλεονάζοντος εκπαιδευτικού προσωπικού λόγω της μεγάλης αλλαγής στο ωρολόγιο πρόγραμμα της Γ΄ Λυκείου;
● Τι χαρακτήρα θα έχουν οι ωριαίες «συναντήσεις» ανά μάθημα προσανατολισμού μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών; (Χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο κινδυνεύουν να εκφυλιστούν σε «ελεύθερη ώρα»).
● Από πού προκύπτει το όριο των 10 μόνο επιλογών Τμημάτων στο τέλος της Β΄ Λυκείου; Ένα τέτοιο αυθαίρετο όριο δεν καλύπτει ούτε καν το φάσμα των ομοειδών γνωστικών αντικειμένων.
● Πώς θα διαχειριστούν εκπαιδευτικά τα Τμήματα των ΑΕΙ τους φοιτητές δύο ταχυτήτων που θα δέχονται (μια ομάδα μόνο με το απολυτήριο και μια μέσω των πανελλήνιων εξετάσεων);

Το μόνο ευχάριστο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχει ποτέ τη δυνατότητα να εφαρμόσει τα γονατογραφήματά του. Σύντομα θα συντριβεί εκλογικά και θα παρακολουθεί από την αντιπολίτευση την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου συστήματος ανασυγκρότησης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο θα λειτουργήσει ως κινητήριος μοχλός για το restart της χώρας.
* Δημοσιεύθηκε στο www.liberal.gr στις 4 Σεπτεμβρίου 2018
https://www.liberal.gr/arthro/218419/apopsi/arthra/to-neo-pro-po-sustima-gabroglou-.html

Οι δύο κανόνες

                              Από τα διδάγματα της ιστορίας μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία που έχουν τα καλά δημόσια οικονομικά για την...