Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

«Πέρα από το γεγονός, πώς σας φάνηκε η παράσταση;»*


Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον το άρθρο του τέως υπουργού του ΠΑΣΟΚ Γιώργου Φλωρίδη στην Αthens Voice (με τίτλο «Ακίνητα και κινητικοί μεγαλο-ιδιοκτήτες», 20.11.2014) εναντίον των μεγαλοϊδιοκτητών που «ξέσπασαν σε ιαχές θριάμβου» μετά την έκδοση της υπ’ αριθμόν 4003/2014 αποφάσεως της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Δεν είμαι βέβαιος για το ποιος είναι ο σκοπός του άρθρου του Γ. Φλωρίδη, είμαι βέβαιος όμως ότι τα όσα βιαστικά και ιδεοληπτικά γράφει, χωρίς, όπως ομολογεί, να έχει διαβάσει το σκεπτικό της απόφασης, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα.
Το γενικό συμπέρασμα από την προσεκτική ανάγνωση του άρθρου είναι ότι παραβλέπει την ουσία της απόφασης, που ήταν η υποχρέωση της διοίκησης να φορολογεί την ακίνητη περιουσία στη βάση της πραγματικής της αξίας και όχι κάποιας πλασματικής, που είχε καθορισθεί πολλά χρόνια πριν.
Παρ’ όλα αυτά ας εξετάσουμε τα επιχειρήματα του αρθρογράφου, ένα προς ένα, για να μην τον αδικήσουμε.
1. Ο τέως υπουργός διαπιστώνει ότι «η Κυβέρνηση, εφόσον εκτιμά διαφορετικά το ζήτημα, θα μπορούσε ν’ αλλάξει το νόμο και αντί για δύο χρόνια να θέσει όριο αναπροσαρμογής τα πέντε χρόνια!» (σημ.: το θαυμαστικό είναι του Γ. Φλωρίδη). Ξενίζει πράγματι η αβάσταχτη ελαφρότητα με την οποία αναφέρει ότι θα μπορούσε η Διοίκηση (προφανώς εννοεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία) να καθορίσει ότι η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών γίνεται κάθε πέντε, και όχι κάθε δύο χρόνια, γιατί όχι –λέω εγώ τότε– και κάθε δέκα ή δεκαπέντε χρόνια – την κολοκυθιά θα παίξουμε; Με άλλα λόγια, εξουσία είμαστε, ό,τι θέλουμε κάνουμε, ρε... Μόνο το ύφος μπορεί να διαφέρει. Διαφεύγει από τον αρθρογράφο βεβαίως μια τόση δα μικρή λεπτομέρεια, ότι το Σύνταγμα επιτάσσει τη συνεισφορά των πολιτών στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους και όχι ανάλογα με την αυθαίρετη κρίση ή τον τσαμπουκά της Διοίκησης. Οι αντικειμενικές αξίες δεν είναι μέσο επιβολής φορολογίας, αλλά μέσο προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης. Σε πολλούς υπάρχουν ακόμη τα κατάλοιπα των αρχών της δεκαετίας του ’80, τότε που το ΠΑΣΟΚ συζητούσε στα σοβαρά το ενδεχόμενο να αναθεωρείται το Σύνταγμα με απλό τυπικό νόμο, ώστε η επανάσταση να μην συναντά μικροαστικά εμπόδια.
2. Φαίνεται ακόμη ότι η ορολογία των land lords του πρώην υπουργού Οικονομικών κατά των ιδιοκτητών και μάλιστα των μεγαλοϊδιοκτητών έχει μεγάλη πέραση και ότι είναι και πιασάρικη. Υποθέτω, από τα συμφραζόμενά τους, ότι οι μεγαλοϊδιοκτήτες δεν είναι άξιοι δικαστικής προστασίας τουλάχιστον στον βαθμό του ορθού προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης τους.
3. Άλλη ηθελημένη ή μη –ούτως ή άλλως ασυγχώρητη– σύγχυση ακολουθεί: «Το 10% των φορολογουμένων Ελλήνων καρπώνεται το 40% των συνολικών εσόδων που προέρχονται από τα ακίνητα». Είναι δυνατόν να συγχέεται η φορολογία των προσόδων από την ακίνητη περιουσία με την φορολογία της κατοχής της περιουσίας καθαυτή;
4. Και φτάνουμε στη κορωνίδα των επιχειρημάτων: «… με ποιο κριτήριο να ορίσεις νέες αντικειμενικές αξίες όταν δεν πραγματοποιούνται αγοραπωλησίες ακινήτων; Και αν πράγματι έχουν χαμηλώσει οι αξίες, σε τι ποσοστό; …». Το ότι η αγορά ακινήτων είναι ουσιαστικά νεκρή δεν κάνει τον αρθρογράφο να αναρωτηθεί μήπως η πραγματική ανταλλακτική αξία των ακινήτων είναι μηδαμινή εξαιτίας της υπέρμετρης φορολόγησης, αλλά να το εκλάβει ως αφορμή για να υποστηρίξει τη φορολογία της ακίνητης περιουσίας χωρίς, τελικά, να υπολογίζεται η πραγματική της αξία. Διερωτάται ποιοι θα ωφεληθούν από τις αναμενόμενες πτώσεις στις αντικειμενικές αξίες, χωρίς να δέχεται ως βασική αξία κράτους δικαίου τη δράση της Διοικήσεως με βάση κανόνες και όχι αυθαιρέτως. Με άλλα λόγια, επειδή θεωρεί ότι οι πλούσιοι ιδιοκτήτες δεν πληρώνουν αρκετά, ας παραμερίσουμε τη νομιμότητα, για να τους κάνουμε να πληρώσουν όσα χρειαζόμαστε.
Το επιχείρημα αυτό του αρθρογράφου ήταν και το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ισχυρίστηκε, πιο συγκεκριμένα, ότι η διαδικασία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών ξεκίνησε το 2010, αλλά τον Μάιο του 2012 (που δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί) διαπιστώθηκε ότι «οι αξίες των ακινήτων υφίσταντο μια συνεχή μεταβολή που δεν ήταν δυνατό να αποτυπωθεί στις Εισηγήσεις των αρμοδίων Επιτροπών, λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που είχε μεσολαβήσει από την έναρξη της διαδικασίας αναπροσαρμογής των τιμών αλλά και έλλειψης επαρκών στοιχείων αγοραπωλησιών ακινήτων συνεπεία της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας». Έτσι όμως η διοίκηση ομολόγησε ότι, μέσα σε δύο χρόνια (2010-2012), οι τιμές των ακινήτων είχαν μεταβληθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό σε σχέση με το 2010, που ούτε καν το 2010 μπορούσε να είναι σημείο αναφοράς και, ακόμη περισσότερο, ότι οι αντικειμενικές αξίες του 2007 δεν μπορούν να έχουν καμία σχέση με τις πραγματικές αξίες του 2014.
Επιπλέον, το 2012, με το δεύτερο μνημόνιο, η ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε ανεπιφύλακτα τη διεθνή δέσμευση έναντι των δανειστών μας ότι θα αναπροσαρμόσει τις αντικειμενικές αξίες το αργότερο μέχρι τον Ιούνιο του έτους 2012. Ακόμη, τον Φεβρουάριο του 2013, ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας αποφάσισε μέχρι τις 8.7.2013 να ολοκληρωθεί το έργο της αρμόδιας Επιτροπής και να αναπροσαρμοστούν οι τιμές ζώνης των ακινήτων σε όλη την Επικράτεια. Σύμφωνα μάλιστα με τις δηλώσεις του πρώην υπουργού Οικονομικών, οι νέες αντικειμενικές αξίες (δηλαδή οι αντικειμενικές αξίες του 2013) θα βασίζονταν στις πραγματικές αξίες που ίσχυαν το 2005, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που διέθετε για την περίοδο αυτή η αγορά ακινήτων.
Η υποτιθέμενη αδυναμία της διοικήσεως καταρρίπτεται βεβαίως ως επιχείρημα και αποδεικνύεται προσχηματική και από τα εξής:
- από την έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ για το 2012, όπου αναφέρονται μεταξύ άλλων: «Η αποκλιμάκωση των τιμών στην αγορά των κατοικιών συνεχίστηκε με εντονότερο ρυθμό το 2012 (...) Από την αρχή της τρέχουσας κρίσης (γ΄ τρίμηνο του 2008) έως το δ΄ τρίμηνο του 2012 (...) η συνολική υποχώρηση των τιμών των διαμερισμάτων έφθασε σε ονοματικούς όρους το 27,9%. (...)». Στην έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ για το 2013 αναφέρεται ότι η πτώση των τιμών των διαμερισμάτων συνεχίστηκε με υψηλούς ρυθμούς και έφθασε σε σχέση με το τέλος του 2008 το 33,4% της αξίας τους. Αναφέρει επί λέξει στην έκθεσή του ο Διοικητής της ΤτΕ: «Η φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας στην διάρκεια της τρέχουσας κρίσης έχει επιτείνει την ύφεση στην αγορά ακινήτων και έχει αποθαρρύνει σημαντικά τη ζήτηση».
- εάν δεν μπορεί να προχωρήσει σε αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών η Διοίκηση λόγω της ελλείψεως στοιχείων, τότε πώς ενέταξε, το 2011, εν μέσω δηλαδή της οικονομικής κρίσης, στο σύστημα των αντικειμενικών αξιών χιλιάδες νέες περιοχές της χώρας;
-οι διακυμάνσεις των τιμών των ακινήτων δεν έχουν πάψει να μετρώνται με μεγάλη ακρίβεια από διεθνείς οίκους εγνωσμένου κύρους, όπως λ.χ. η Fitch, η οποία στην τελευταία έκθεσή της υπολογίζει, βασιζόμενη σε τρέχοντα στοιχεία της αγοράς ακινήτων, ότι η πτώση των τιμών των ακινήτων σε σχέση με το έτος 2009, το 2014 θα κυμανθεί περίπου στο 45% της αξίας τους.
Δεν είναι εδώ η κατάλληλη θέση να γίνει η συζήτηση για τη φορολόγηση της κατοχής της ακίνητης περιουσίας, για το ότι η περιουσία έχει αποκτηθεί με εισοδήματα που έχουν ήδη φορολογηθεί και ότι έτσι έχουμε στην ουσία αναδρομική φορολόγηση εισοδήματος, ότι οι πρόσοδοι από την περιουσία, όταν υπάρχουν, φορολογούνται, για το κατά πόσον είναι δίκαιο να φορολογείται μια περιουσία χωρίς να αποδίδει (πράγμα που είναι εντελώς διαφορετικό από την επιβολή ανταποδοτικών τελών για υπηρεσίες, δημοτικές ή άλλες, που συναρτώνται με την περιουσία και την εκμετάλλευσή της), κ.λπ.
Με εκπλήσσει όμως η αυθαίρετη και εξαιρετικά ιδεοληπτική θεώρηση του αρθρογράφου ότι, για να υπάρχουν τόσες αντιδράσεις σε ένα φόρο, για να είναι «μισητός», προφανώς θα είναι δίκαιος. Περίεργη στ’ αλήθεια αίσθηση φορολογικής δικαιοσύνης, με ενσωματωμένο μάλιστα μπόλικο κοινωνικό φθόνο.
Πάντως, πάνω-κάτω τα ίδια επιχειρήματα θα χρησιμοποιούσαν και οι Οθωμανοί για να υπερασπιστούν τον «μισητό» στους ραγιάδες κεφαλικό φόρο. Δηλαδή δίκαιο κράτος για τον αρθρογράφο είναι αυτό που φορολογεί υπερβολικά, όχι αυτό που φροντίζει η φορολογία να έχει σχέση με τη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών και να τελεί σε σχετική αναλογία με τις ανταποδοτικές παροχές του προς αυτούς. Λυπάμαι που θα δυσαρεστήσω τον αρθρογράφο, τέως υπουργό του ΠΑΣΟΚ, όμως άλλα προβλέπουν το Σύνταγμά μας και οι διεθνείς συνθήκες που έχουμε υπογράψει και μας δεσμεύουν.
Το σχολιαζόμενο άρθρο είναι απογοητευτικό κυρίως γιατί δεν αντιλαμβάνεται το προφανές, που είναι η ουσία της ομόφωνης απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ότι δηλαδή δεν επιτρέπεται για οποιαδήποτε σκοπιμότητα να φορολογείται ανύπαρκτη περιουσία και γιατί το πνεύμα του θυμίζει εκείνη την ανέμελη δημοσιογράφο η οποία αμέσως μετά τη δολοφονία του προέδρου Λίνκολν το 1865 στο θέατρο ρωτούσε τη σύζυγο του δολοφονηθέντος: «Πέρα από το γεγονός, πώς σας φάνηκε η παράσταση;».
*Δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική Αthens Voice στις 22/11/2014
http://www.athensvoice.gr/article/city-news-voices/πολιτικη/«πέρα-από-το-γεγονός-πώς-σας-φάνηκε-η-παράσταση»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι δύο κανόνες

                              Από τα διδάγματα της ιστορίας μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία που έχουν τα καλά δημόσια οικονομικά για την...