Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

To Eurogroup αποσταθεροποιεί την Ευρώπη*


Η απόφαση του Eurogroup για φορολόγηση των καταθέσεων στις Κυπριακές τράπεζες απειλεί με αποσταθεροποίηση το οικοδόμημα του Ευρώ. Όπως πάντα, o κύριος λόγος είναι ότι η κυβερνητική παρέμβαση για θεραπεία ενός προβλήματος δημιουργεί μια σειρά από νέα μεγαλύτερα και απροσδόκητα προβλήματα. Θα εξηγήσουμε τι εννοούμε μετά από μια σύντομη περιγραφή του ρόλου των τραπεζών στη διαδικασία της δημιουργίας χρήματος.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (EKT) διαθέτει ένα προνόμιο που της έχουν παραχωρήσει τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Αυτό είναι το μονοπώλιο της έκδοσης του ευρώ. Οι ποσότητες ευρώ που εκδίδει διοχετεύονται στις εμπορικές τράπεζες, οι οποίες με την σειρά τους τις διοχετεύουν στις αγορές, υποχρεούμενες να διακρατούν σε ρευστή μορφή ένα μικρό ποσοστό των δανείων που παρέχουν απ’ αυτήν την πηγή για να εξασφαλίζονται έναντι μιας απροσδόκητης αύξησης της ζήτησης μετρητών. Αυτή η διαδικασία συνεπάγεται ότι οι εμπορικές τράπεζες συμμετέχουν στη δημιουργία χρήματος και γι’ αυτό υπόκεινται στον έλεγχο της ΕΚΤ ώστε να καλύπτονται απ’ αυτήν έναντι των καταθετών με την εμπιστοσύνη της δύναμης που διαθέτει. Όμως, οι εμπορικές τράπεζες λειτουργούν ταυτόχρονα και ως επενδυτικές τράπεζες με την έννοια ότι συλλέγουν τις αποταμιεύσεις και μ’ αυτές χρηματοδοτούν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις οι οποίες δεν είναι εύκολα ρευστοποιήσιμες. Έτσι δημιουργείται ένα πρόβλημα. Αυτό είναι ότι, ενώ καλύπτονται από την ΕΚΤ ως εμπορικές τράπεζες για τους κινδύνους που πηγάζουν από τη συμμετοχή τους στην δημιουργία χρήματος, δεν καλύπτονται από τους κινδύνους που αναλαμβάνουν ως επενδυτικές τράπεζες. Αυτό φυσικά είναι κοστοβόρο να το γνωρίζουν οι μικροί καταθέτες και γι’ αυτό λαμβάνεται πρόνοια ώστε αυτοί να εξασφαλίζονται με την εγγύηση κάποιου απόλυτα φερέγγυου θεσμού. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα αυτός ο θεσμός είναι η Εταιρεία Ομοσπονδιακής Ασφάλισης των Καταθέσεων (FDIC), ο οποίος επιτρέπει να πτωχεύουν εμπορικές τράπεζες που αναλαμβάνουν εξαιρετικά υψηλούς επενδυτικούς κινδύνους, αλλά χωρίς οι μικροί καταθέτες να χάνουν τις καταθέσεις τους.  
Στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένας παρόμοιος θεσμός, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρές παρενέργειες. Μια τέτοια παρενέργεια είναι ότι οι καταθέτες στις Ευρωπαϊκές τράπεζες μένουν με την σφαλερή αντίληψη ότι οι καταθέσεις τους είναι γενικά και απεριόριστα εγγυημένες από την ΕΚΤ. Στο πλαίσιο αυτών των επισημάνσεων, ας έλθουμε τώρα στην αποτίμηση  των συνεπειών της απόφασης του Eurogroup για γενικό «κούρεμα» των καταθέσεων στις Κυπριακές τράπεζες.
1.   Πέραν από τη σύγχυση που έχει προκαλέσει με την πολιτική της η ΕΚΤ όσον αφορά τους κινδύνους των τραπεζών που καλύπτει ή δεν καλύπτει,  από  δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων της Ευρωζώνης ήταν σαφές μέχρι το Σάββατο ότι γενική φορολόγηση των καταθέσεων αποκλειόταν. Γι’ αυτό, η απόφαση του Eurogroup, ανεξάρτητα αν και πώς θα εφαρμοστεί, διέρρηξε οριστικά τη σχέση εμπιστοσύνης που καλλιέργησαν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και η ΕΚΤ για το σύνολο των τραπεζών όλων ανεξαιρέτως των χωρών της.
2. Η απόφαση του Eurogroup καταστρέφει ολοκληρωτικά μια οικονομία και στην καλύτερη περίπτωση της επιβάλλει ριζικό οικονομικό αναπροσανατολισμό. Δεν δικαιούται να το πράξει ειδικώς όταν η Κύπρος έξι χρόνια πριν γινόταν μέλος της Ευρωζώνης με πανηγυρισμούς και διθυράμβους. Το γενικό “κούρεμα” των καταθέσεων δεν δικαιολογείται ούτε ως ποινή προς τις κυπριακές τράπεζες, αφού οι τελευταίες ακολούθησαν ως προς τα στοιχεία του ενεργητικού τους την πλέον συντηρητική από την τραπεζική οπτική πολιτική, τούτο το έπραξαν υπό τις ευλογίες της ΕΚΤ, και επίσης δεν έπραξαν τίποτε διαφορετικό απ΄ ό,τι έπραξε το σύνολο σχεδόν των υπολοίπων ευρωπαϊκών τραπεζών.
3. Ακούμε να προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το τραπεζικό σύστημα στην Κύπρο είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με την οικονομία και ότι θα πρέπει να μικρύνει. Αλλά γιατί δεν προβληματίζει το γεγονός ότι σε μια σειρά από χώρες το μέγεθος της οικονομίας είναι αντιστρόφως ανάλογο του μεγέθους του τραπεζικού συστήματος ( Ελβετία, Λουξεμβούργο, Λιχτενστάϊν) και αυτό δεν αποτελεί σε καμμιά περίπτωση αδυναμία γι΄αυτές. Υποπτευόμαστε ότι μια τέτοια παρέμβαση νοθεύει τον από κάθε άποψη θεμιτό ανταγωνισμό των τραπεζικών συστημάτων και σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται για να διορθωθούν διαρθρωτικές  στρεβλώσεις.
4. Επίσης ακούμε να προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το τραπεζικό σύστημα στην Κύπρο μετατράπηκε σε πλυντήριο μαύρου χρήματος και ότι συνεπώς πρέπει να εφαρμοστούν άτεγκτα οι κείμενοι νόμοι της Ε.Ε. Συμφωνούμε απολύτως. Αλλά εμείς είχαμε μείνει με την εντύπωση ότι Κυπριακές Τράπεζες βρίσκονταν υπό την εποπτεία και το συνεχή έλεγχο της ΕΚΤ. Αν οι υπηρεσίες και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της τελευταίας δεν κατάφεραν να περιορίσουν τις παράνομες πρακτικές που αποδίδονται σήμερα στις Κυπριακές τράπεζες, η ευθύνη είναι της ΕΚΤ.
5. Ο κ. Σόιμπλε σε δήλωσή του επέρριψε την φαεινή ιδέα του γενικού κουρέματος των καταθέσεων στην Κυπριακή κυβέρνηση και στην ΕΚΤ. Είναι πραγματικά λυπηρό να μην αντιλαμβάνεται πόσο καταλυτική μπορεί να αποδειχθεί για την Ευρωζώνη από οπουδήποτε και εάν προήλθε. Ως Υπουργός Οικονομικών της ηγέτιδας δύναμης της Ευρωζώνης όφειλε να την έχει απορρίψει ασυζητητί.

Η απόφαση αυτή με οικονομικά κριτήρια είναι εσφαλμένη και δεν είναι δυνατόν κάτι τέτοιο να διαφεύγει από την έμπειρη και ικανή ηγεσία του Eurogroup. Συνεπώς εφόσον δεν υπάρχει κάποια οικονομική λογική στο γενικό «κούρεμα» των καταθέσεων τότε αυτό υπαγορεύτηκε από λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, την οποία δεν είμαστε σε θέση αυτή τη στιγμή να γνωρίζουμε.

Ο πειρασμός του κρατικού παρεμβατισμού αποσταθεροποιεί στην πραγματικότητα την Ε.Ε. αφού καταργεί την αξιοπιστία του τραπεζικού της συστήματος, νοθεύει τη φυσιογνωμία της ως ελεύθερης οικονομίας και  περιορίζει την ελευθερία των συναλλαγών. Γι΄αυτό, πολύ σύντομα αναμένουμε να οδηγήσει σε μαζική έξοδο ξένων κεφαλαίων που εδώ και μερικές δεκαετίες την εμπιστεύτηκαν.

* Το άρθρο αυτό γράφτηκε από τους Γιώργο Μπήτρο και Τάσο Αβραντίνη και δημοσιεύτηκε  στην Καθημερινή, στις 20 Μαρτίου 2013.

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2013

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΦΟΡΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΚΡΙΣΗ


Προχθές η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε την πρώτη εκτίμησή της για το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν του 2012. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε προκύπτει ότι το ΑΕΠ μειώθηκε το 2012 σε σχέση με το 2011 κατά 7,1%. Σε ονομαστικούς όρους ανήλθε σε 193,7 δις € έναντι 208,5 δις € το 2011.
Σ΄αυτό συνετέλεσε σημαντικά και η δραματική συρρίκνωση της οικοδομικής δραστηριότητας κατά το 2012. Η οικοδομική δραστηριότητα μειώθηκε σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο κατά 29%, ενώ ο βιομηχανικός δείκτης υποχώρησε τον Ιανουάριο του 2013 κατά 4,8%.
Μια πολύ κρίσιμη παράμετρος είναι ότι τα έσοδα από τη φορολογία μειώθηκαν σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ περίπου κατά 8% (φόροι επί των προϊόντων, της παραγωγής και των εισαγωγών). Αν ανατρέξουμε στα απολογιστικά στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών για το 2011 διαπιστώνουμε ότι η φορολογία φυσικών και νομικών προσώπων παρά την πρωτοφανή φοροκαταιγίδα απέδωσε μόλις 14 δις €, δηλαδή μόλις 7%.
Το 2013 τα πράγματα θα χειροτερέψουν. Τα έσοδα του κράτους από τη φορολογία θα παρουσιάσουν μεγάλη απόκλιση από τα προϋπολογισθέντα, όπως εμμέσως ή αμέσως καταλαβαίνει κανείς από τις δηλώσεις των διαφόρων κυβερνητικών αξιωματούχων. Ίσως υπάρξει μια αύξηση των εσόδων από τη φορολογική αφαίμαξη των ιδιοκτητών ακινήτων (έχουν προϋπολογισθεί 3,8 δις €), η οποία όμως ευθύνεται για την καθίζηση της οικοδομικής δραστηριότητας. Αλλά και γενικότερα η υπέρμετρη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας θα έχει συνολικά για την οικονομία καταστροφικά αποτελέσματα.
Η μεγάλη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας σε συνδυασμό με τη μεγάλη και άδικη φορολογία εισοδήματος οδηγεί σε απόγνωση μεγάλο αριθμό ιδιοκτητών και περισσότερο απ΄όλους τους πιο συνεπείς φορολογούμενους. Δεδομένου ότι, η δυνατότητα ρευστοποίησης ακινήτων εξαιτίας της κατάρρευσης της αγοράς είναι εξαιρετικά δύσκολη και ότι στη συντριπτική πλειονότητα των φορολογουμένων δεν προκύπτει πλέον κανένα κέρδος από την εργασία τους, αυτοί θα αναγκαστούν να αποπληρώσουν τους φόρους από το πλεόνασμα του εισοδήματος προηγουμένων ετών. Να αποσύρουν δηλαδή αναγκαστικά τις τραπεζικές καταθέσεις τους.
Για την οικονομία της συζήτησης ξεπερνώ το γεγονός ότι κατ΄αυτόν τον τρόπο το κράτος φορολογεί το εισόδημα των συνεπών φορολογουμένων για πολλοστή φορά, αφού έχει προηγηθεί η κανονική φορολόγησή του, η περαίωση, η έκτακτη εισφορά, η εισφορά αλληλεγγύης κοκ..
Το χειρότερο είναι ότι η απόσυρση των καταθέσεων για να πληρωθούν φόροι θα επιφέρει νέα μεγάλη μείωση στην παραγωγή και στο ΑΕΠ της χώρας, κυρίως διότι τα υπολείμματα των καταθέσεων (σήμερα ανέρχονται περίπου στα 165 δις €) χρησιμοποιούνται κατά ένα μέρος, από το τραπεζικό σύστημα για το δανεισμό των επιχειρήσεων, για να υπάρχει δηλαδή πραγματική οικονομία. Επιπροσθέτως εάν αφαιρεθεί -στην καλύτερη περίπτωση- 1 με 1,5 δις € από τις τραπεζικές καταθέσεις, οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα διότι το ποσό αυτό θα αναγκαστούν να το δανειστούν είτε από την ΕΚΤ είτε από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας (ELA) της Τράπεζα της Ελλάδος, με απαγορευτικά στην τελευταία περίπτωση, επιτόκια.
Η αποστέρηση αυτών των χρημάτων από την πραγματική οικονομία υπέρ της διατήρησης ενός παρασιτικού, υδροκέφαλου και πελατειακού κράτους (crowding out) θα οδηγήσει χιλιάδες επιχειρήσεις σε κλείσιμο και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους στην ανεργία.

Δυστυχώς η τρικομματική κυβέρνηση και οι οικονομικοί φωστήρες της αγνοούν εγκληματικά τα πορίσματα της οικονομικής επιστήμης, τα εμπειρικά και αναλυτικά δεδομένα και εμμένουν στον παραλογισμό της υψηλής φορολογίας που οδηγεί την οικονομία σε ύφεση και ανεργία, τα δημόσια έσοδα σε δραματική υστέρηση και σε τελική ανάλυση σε αδυναμία εξυπηρετησης του δημοσίου χρέους.

Θα θυμίσω μια ιστορία που αποκάλυψε ο Jude Wanniski, αρθρογράφος της The Wall Street Journal[i]. Το χειμώνα του 1974, ο Arthur Laffer, καθηγητής τότε στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, παρευρέθη σε δείπνο με τον Donald Rumsfeld, υπεύθυνο του πολιτικού γραφείου του Προέδρου Ford, τον Dick Cheney, αναπληρωτή του Rumsfeld και τον Wanniski. Κατά το Wanniski ο Laffer σε μια χαρτοπετσέτα σχεδίασε την περίφημη καμπύλη Laffer, αναπαριστώντας τη σχέση μεταξύ φορολογικών συντελεστών και φορολογικών εσόδων.
Η θεωρία του Λάφφερ εξηγεί ότι όταν το κράτος αυξάνει τους φορολογικούς συντελεστές του από κάποιο ποσοστό και πάνω δεν αποκομίζει αντίστοιχα έσοδα. Μερικοί φορολογούμενοι επιβραδύνουν την δραστηριότητά τους, μερικοί μετακινούνται στη δικαιοδοσία κάποιου άλλου περισσότερου φιλικού  κράτους και κάποιοι οδηγούνται στη φοροδιαφυγή. Αντιθέτως η μείωση των φόρων ενισχύει τα κίνητρα των ατόμων να εντείνουν την επαγγελματική τους προσπάθεια με αποτέλεσμα να αυξάνεται η παραγωγικότητα, το ΑΕΠ και τα δημόσια έσοδα[ii].

Θυμίζω ότι ο μεγαλύτερος εταίρος αυτής της κυβέρνησης η ΝΔ είχε προεκλογικώς εξαγγείλει τη μείωση της φορολογίας. Με διάφορες προφάσεις η κυβερνητική ΝΔ μεταθέτει τη μείωση των φόρων στο απώτερο μέλλον. Στο μέλλον όμως που έχει στο μυαλό της η ΝΔ η οικονομία μας μάλλον θα έχει αποβιώσει.
Η κυβέρνηση στο σύνολό της πρέπει να αντιληφθεί ότι η δραστική μείωση των φόρων δεν θα έχει μόνο θετικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία, το σημαντικότερο είναι ότι θα σηματοδοτήσει μια μεγάλη ανατροπή των σχέσεων ανάμεσα στο κράτος και την αγορά, ανάμεσα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και τον δημόσιο τομέα.
Η μείωση των φόρων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χώρας.


[i] http://www.nationalaffairs.com/public_interest/detail/taxes-revenues-and-the-laffer-curve
[ii] Arthur Laffer, The Laffer Curve: Past, Present and Future, Executive Summary Backgrounder, The Heritage Foundation, 2004 (http://www.heritage.org/research/reports/2004/06/the-laffer-curve-past-present-and-future).

Δημοσιεύτηκε στο capital.gr στις 15/3/2013 http://www.capital.gr/News.asp?id=1751773 

Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

Παρέμβαση Γιώργου Μπήτρου στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό της Ε.Ε.

Στην πολύ εποικοδομητική και γόνιμη συζήτηση που είχαμε την περασμένη εβδομάδα για τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. με τον καλό φίλο Θόδωρο Σκυλακάκη παρενέβη χθες και ο καθηγητής Γιώργος Μπήτρος.
Σας παραθέτω το εξαιρετικό από κάθε άποψη άρθρο του κορυφαίου έλληνα οικονομολόγου και επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της Δημοκρατικής Συμμαχίας στις εκλογές της 6ης Μαϊου 2012.
http://bit.ly/W7vFyv

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

H χώρα χρειάζεται αλλαγή πορείας


Ο κ. Στουρνάρας διαβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Φαντάζομαι ότι αυτή είναι και η θέση της κυβέρνησης.
Με τα μυαλά αυτά δεν υπάρχει καμμιά πιθανότητα η δημοσιονομική προσαρμογή να επιτύχει, η ελληνική οικονομία να ανακάμψει και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Με τα μυαλά αυτά οδηγούμαστε στην καταστροφή.
Δύο κυρίως συνταγές δημοσιονομικής προσαρμογής γνωρίζουμε. Η πρώτη είναι η σοσιαλδημοκρατική, αυτή που ακολουθεί η χώρα και στηρίζεται ως επί το πλείστον στην αύξηση των φόρων.
Αυτή ήταν και η πολιτική που εισηγήθηκαν στους δανειστές μας όλες οι κυβερνήσεις (Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά) από το 2010 μέχρι σήμερα. Την ίδια ή μάλλον χειρότερη φορομπηχτική πολιτική εισηγούνται και οι φαιοκόκκινες αντιμνημονιακές δυνάμεις -είτε εντός είτε εκτός μνημονίου, είτε με ευρώ είτε με δραχμή-. Το χέρι στην τσέπη των φορολογουμένων. Όλοι αυτοί αντλούν τη δύναμή τους από το πανίσχυρο κράτος και το τεράστιο πλέγμα των πελατειακών σχέσεων που το στηρίζει. Δεν τολμούν να θίξουν τις ιερές αγελάδες του υδροκέφαλου δημοσίου, με αποτέλεσμα αυτές να απομυζούν όλον τον παραγώμενο από τον ιδιωτικό τομέα πλούτο κι επειδή αυτός δεν φτάνει πια, βάζουν απροκάλυπτα χέρι και στον αποταμιευμένο πλούτο των πολιτών σε καταθέσεις και ακίνητα.
Η δεύτερη συνταγή είναι η φιλελεύθερη, υποστηρίζει ότι τα προγράμματα δημοσιονομικής εξυγίανσης που επιτυγχάνουν είναι σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία και την ογκώδη βιβλιογραφία εκείνα που στηρίζονται στη δραστική μείωση των δαπανών και όχι στην αύξηση των φόρων. Η μείωση των δαπανών αν συνδυαστεί με διαρθρωτικες αλλαγές έχει θετική επίπτωση στην αύξηση του ΑΕΠ και σε κάθε περίπτωση δεν οδηγεί σε κατακόρυφη μείωσή του, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της αύξησης των φόρων, όπου το διαρθρωτικό έλλειμμα τροφοδοτείται και από το έλλειμμα που δημιουργείται από την ύφεση.
Έχω πολλές φορές εξηγήσει ότι η λύση είναι η δραστική μείωση του δημοσίου τομέα με μαζικές καταργήσεις άχρηστων δημοσίων φορέων και η απόλυση τουλάχιστον 150.000 δημοσίων υπαλλήλων σε συνδυασμό όμως με μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές, δραστική μείωση της φορολογίας, σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, άνοιγμα των αγορών, πόλεμο εναντίον της γραφειοκρατίας και της πολυνομίας, μηδενική φορολόγηση για κάποιο χρονικό δάστημα και αποτελεσματική προστασία όλων των αμέσων επενδύσεων (λ.χ. http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_3_14/10/2012_498730).
Με υψηλή φορολογία, με πελατειακό και γραφειοκρατικό κράτος, με καχυποψία προς τις επενδύσεις, με απουσία ανταγωνισμού σε πολλούς κλάδους της οικονομίας, η οικονομική ανάκαμψη θα παραμένει ζητούμενο ενώ η χώρα θα βυθίζεται ολοένα και περισσότερο.
Είναι ώρα για αλλαγή πορείας.

Οι δύο κανόνες

                              Από τα διδάγματα της ιστορίας μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία που έχουν τα καλά δημόσια οικονομικά για την...