Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

O ΕΝΦΙΑ ΣΚΟΤΩΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ*

Οι ιδιοκτήτες ακινήτων βρίσκονται σε αδιέξοδο. Στα ακίνητά τους επιβάλλονται διάφοροι παράλογοι φόροι (ΕΝΦΙΑ, ΤΑΠ, κ.ο.κ.). Η εξοντωτική φορολογία οδηγεί σε δήμευση χιλιάδων ακινήτων καθώς οι ιδιοκτήτες δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια να  πληρώσουν. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκριναν παράνομη και αντισυνταγματική την παράλειψη του κράτους να προσαρμόσει τις αντικειμενικές αξίες στην πραγματικότητα δεν γίνονται σεβαστές από το κράτος.
Η παράλειψη όμως της κυβέρνησης να σεβαστεί τη νομιμότητα δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Η δυσβάστακτη φορολογία στα ακίνητα προκαλεί σοβαρή ύφεση και υπονομεύει την οικονομία. Το 2017 υπολογίζεται ότι θα εισπραχθούν από τα ακίνητα 3,1 δισ. ευρώ από τον ΕΝΦΙΑ και 1,5 δισ. από τους υπόλοιπους φόρους. Συνολικά δηλαδή οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα πληρώσουν στο Δημόσιο 4,6 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2017, από το σύνολο της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων αναμένεται να εισπραχθούν 9,1 δισ. Δηλαδή από ένα περιουσιακό στοιχείο που δεν υπάρχει πρόσοδος (αυτή φορολογείται ως εισόδημα) το κράτος θα εισπράξει περισσότερο από το ήμισυ των ποσών που θα εισπράξει από τη φορολόγηση του συνόλου της ατομικής προσόδου των φορολογουμένων. Πρόκειται για απόλυτο παραλογισμό.
Ποιες όμως είναι οι αόρατες συνέπειες αυτής της φορολογικής λαίλαπας για την οικονομία:
n Δεδομένου ότι οι περισσότεροι φορολογούμενοι δεν έχουν πλεονάζον εισόδημα καταφεύγουν για να αποπληρώσουν τους φόρους των ακινήτων στις εναπομείνασες καταθέσεις τους. Οι καταθέσεις στις τράπεζες μετατρέπονται σε φόρους ακινήτων. Η αφαίμαξη όμως των αποταμιεύσεων των πολιτών στερεί από τις τράπεζες τα κεφάλαια που χρειάζονται παραγωγικές επιχειρήσεις για να παραγάγουν επιπλέον εθνικό εισόδημα και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.
n Πολλές επιχειρήσεις πριν από την περίοδο της κρίσης είχαν δώσει ως εξασφάλιση του μακροχρόνιου τραπεζικού δανεισμού τους ως ενέχυρο ακίνητη περιουσία τους. Με την κατάρρευση των αξιών των ακινήτων εξαιτίας των φόρων το ενέχυρο έχασε την εξασφαλιστική αξία του και οι τράπεζες ζητούν από τις επιχειρήσεις πρόσθετες εξασφαλίσεις. Οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν έχουν άλλα ακίνητα να δώσουν στις τράπεζες με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επιτόκια δανεισμού με δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητά τους ή το χειρότερο να καταγγέλλονται από τις τράπεζες τα επιχειρηματικά δάνεια.
n Η φορολογία στα ακίνητα οδήγησε σε κατάρρευση την οικοδομική δραστηριότητα, από την οποία εξαρτώνται περισσότερα από 150 επαγγέλματα και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων. Υπολογίζεται ότι από τη μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας συμπαρασύρθηκαν κι άλλοι εξαρτώμενοι απ' αυτήν κλάδοι της οικονομίας. Το ΑΕΠ της χώρας έχει απολέσει περισσότερα από 30 δισ. ευρώ.

Η οικονομική ύφεση δεν θα είχε λάβει ποτέ τέτοιες διαστάσεις εάν δεν είχε υπάρξει από το 2010 η υπερφορολόγηση των ακινήτων, η οποία για τους κρατιστές φάνταζε ως η λύση του δημοσιονομικού ζητήματος ενώ απεδείχθη η αιτία των περισσοτέρων οικονομικών δεινών μας.

* Δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ στις 12 Ιουλίου 2017.

Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Κύπρος και Ελλάδα βίοι αντίθετοι και στη ναυτική εκπαίδευση*


Στις μέρες μας η διεύρυνση της εκπαιδευτικής αγοράς είναι εντυπωσιακή. Πολλές φορές έχω αναφερθεί στις εξαγωγικές δυνατότητες της εκπαίδευσης και στο πετυχημένο παράδειγμα της Κύπρου. Αντιθέτως το ελληνικό γραφειοκρατικό και συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό μοντέλο απομονώνει διεθνώς τη χώρα και υπονομεύει ευθέως την οικονομική ανάπτυξη. Η ναυτική εκπαίδευση είναι χαρακτηριστική απόδειξη της ελληνικής εκπαιδευτικής ιδιαιτερότητας, στερώντας από την οικονομία κρίσιμο για την ανάπτυξή της ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η υπερπόντια ναυτιλία είναι ίσως ο μοναδικός τομέας που μας κάνει περήφανους σαν Έλληνες. Κι αυτό γιατί αποτελεί μια οικονομική δραστηριότητα εξωστρεφή, όπου τα περιθώρια παρέμβασης του κράτους για να την υπονομεύσει είναι μικρά. Στους ωκεανούς και στις θάλασσες συναντάς μιαν άλλη Ελλάδα, την απαλλαγμένη από τα δεσμά του αναποτελεσματικού ελληνικού κράτους Ελλάδα της δημιουργίας και της προόδου, πρωταγωνίστρια και ισχυρή στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, χωρίς καμιά κρατική συνδρομή ή επιδότηση.
Σε περίοδο παγκόσμιας κρίσης της εμπορικής ναυτιλίας ο ελληνικός στόλος το 2016 αριθμούσε 5.211 πλοία συνολικής χωρητικότητας 195,9 εκατ. τόνων, παραμένοντας για μια ακόμη χρονιά πρώτος στον κόσμο, αυξάνοντας τη διαφορά του από τον δεύτερο Ιαπωνικό. Τόσο στη ναυπήγηση νέων πλοίων όσο και στις αγοραπωλησίες παλιών οι Έλληνες εφοπλιστές καταλαμβάνουν παγκοσμίως την πρώτη θέση.
Περισσότερο από το 7% του ΑΕΠ της χώρας προέρχεται από τη ναυτιλία μας, ενώ η συνεισφορά των ναυτιλιακών επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων στο ΑΕΠ της Ε.Ε. ξεπερνά τα 70 δισ. ευρώ. Η ελληνική ναυτιλία έχει δημιουργήσει 200.000 θέσεις εργασίας στην Ελλάδα και περίπου 2,4 εκατ. στην Ε.Ε. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ, η ναυτιλία μπορεί να συνεισφέρει στο ΑΕΠ ακόμη 2,5% με 3%, αρκεί να αφεθεί ελεύθερη από τα δεσμά του κράτους, να απελευθερωθεί η αγορά εργασίας των ελλήνων ναυτικών και να επανδρώσουν τα ελληνικά πλοία Έλληνες ναυτικοί.
Ωστόσο οι ναυτικές ακαδημίες της χώρας αδυνατούν να τροφοδοτήσουν την ποντοπόρο ναυτιλία (ελληνική και ξένη) με ικανούς για την επάνδρωση των πλοίων της αποφοίτους. Βασική αιτία το απαγορευτικό θεσμικό πλαίσιο που δημιούργησε η μυωπική, ιδεοληπτική και συμπλεγματική στάση των κυβερνήσεων, των κομμάτων και των ποικιλώνυμων συνδικάτων της ναυτιλίας έναντι των Ελλήνων εφοπλιστών.  Ένας τομέας που θα μπορούσε να συμβάλλει θετικά στην οικονομία παρακμάζει εξαιτίας ενός συνδυασμού ανικανότητας, ιδεοληψίας και αβάσιμων συντεχνιακών διεκδικήσεων.
Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα και στον τομέα της ναυτικής εκπαίδευσης, η Κύπρος λειτουργεί ως κανονική χώρα που αναζητά ενεργό ρόλο σε μια διεθνοποιημένη οικονομία. Στη χώρα αυτή συνειδητοποίησαν εγκαίρως τα δυνητικά πλεονεκτήματα τα οποία στην Ελλάδα δεν αξιοποιούνται, κυρίως το μέγεθος του ελληνόκτητου στόλου και την προτίμηση των πλοιοκτητών σε έλληνες αξιωματικούς (καταστρώματος, μηχανικούς, ασυρματιστές).
Από τον Σεπτέμβριο στην Κύπρο θα λειτουργήσει ιδιωτική ναυτική ακαδημία για αξιωματικούς του εμπορικού ναυτικού σε πλήρη σύνδεση με τη ναυτιλιακή αγορά. Προηγήθηκαν επίσημες συμφωνίες της ακαδημίας με έλληνες και ξένους εφοπλιστές, οι οποίες εκτός των άλλων περιλαμβάνουν:

‒ Τη χρηματοδότηση μεγάλου μέρους των διδάκτρων των σπουδαστών από ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Το ποσοστό της χρηματοδότησης υπερβαίνει το 50% των διδάκτρων.
‒ Η χρηματοδότηση είναι άτοκη και εξοφλείται μακροχρόνια από τμήμα του μισθού των σπουδαστών, όταν αυτοί ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και μπουν στην αγορά εργασίας.
‒ Ο σπουδαστής δεν προσφέρει καμία εμπράγματη εξασφάλιση για τη χρηματοδότησή του.
‒ Στις συμφωνίες περιλαμβάνονται λεπτομερείς όροι για τα εκπαιδευτικά ταξίδια των σπουδαστών.
‒ Οι πλοιοκτήτριες εταιρείες αναλαμβάνουν την πλήρη ασφαλιστική κάλυψη των σπουδαστών που πραγματοποιούν εκπαιδευτικά ταξίδια.
‒ Την πρόσληψη των αποφοίτων της ακαδημίας.

Σε αντίθεση με την Ελλάδα, στην Κύπρο σε συνδυασμό με τα υπερσύγχρονα προγράμματα σπουδών και την άριστη υλικοτεχνική υποδομή (ύπαρξη simulations, μηχανών κ.τ.λ.) θα ακολουθηθεί το αγγλικό μοντέλο της ναυτικής εκπαίδευσης με πειθαρχία και αυστηρότητα, κάτι που είναι απολύτως απαραίτητο για την ύπαρξη ιδιαίτερης προσήλωσης στην ναυσιπλοΐα και τους κινδύνους που αυτή περιλαμβάνει. Επίσης η επιλογή των σπουδαστών θα γίνει σύμφωνα με τις προηγούμενες επιδόσεις τους και με απολύτως αξιοκρατικά κριτήρια.
Σε αντίθεση επίσης με την Ελλάδα, στην Κύπρο πριν ακόμη λειτουργήσει η ναυτική ακαδημία έχουν ήδη υπογραφεί συμφωνίες για την ύπαρξη των αναγκαίων συνεργειών με σχολές ή τμήματα Πανεπιστημίων (λ.χ. μηχανικών - ναυτιλιακών σπουδών κ.ο.κ.).

Σε κάθε οικονομική δραστηριότητα εκτός από το χρησιμοποιούμενο από την οικονομία κεφάλαιο υπάρχει πάντοτε κι ένα κεφάλαιο που παραμένει αγνοημένο κι ανενεργό. Οι χώρες που ανακαλύπτουν αυτό το κεφάλαιο προοδεύουν και ευημερούν. Στον τομέα της ναυτικής εκπαίδευσης η Κύπρος μάς δείχνει το δρόμο.

* Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Shipping (Τεύχος Μαΐου 2017).

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Aγορά καθαριότητας ή δημόσιος παραλογισμός*

To 2012 η «Καθημερινή» φιλοξένησε άρθρο μου με τίτλο «Ιδιωτικοποιήστε τώρα την καθαριότητα». Επανέρχομαι στο θέμα γιατί συντρέχει άμεση ανάγκη να τελειώσει επιτέλους αυτή η φαρσοκωμωδία.
Δεν είναι λίγες οι χώρες στις οποίες γίνονται εισαγωγές οργανικών και άλλων αποβλήτων από άλλες χώρες. Οι πολίτες αυτών των χωρών έχουν τη δυνατότητα εμπορίας ή αξιοποίησης των αποβλήτων τους. Μια ολόκληρη κερδοφόρα αγορά απορριμμάτων έχει αναπτυχθεί σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο και οι πόλεις ως οργανωμένες οντότητες διαχειρίζονται με επιτυχία τα πάσης φύσεως απόβλητά τους που μόνο «σκουπίδια» δεν θα θεωρούν. Στην Ελλάδα της κρατικιστικής μιζέριας πρωταγωνιστές εις βάρος της τσέπης και της υγείας των πολιτών αναδεικνύονται οι διάφοροι «αγανακτισμένοι» συνδικαλιστές της καθαριότητας και της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Η πρότασή μου είναι απλή. Κάθε πολίτης μεμονωμένα ή σε συνεργασία με άλλους (οι ένοικοι μιας πολυκατοικίας, ενώσεις προσώπων σε γειτονιές ή οικοδομικά τετράγωνα κ.ο.κ.) έχει δικαίωμα να αποφασίσει για το πώς θα διαθέσει τα απόβλητά του, τα οποία συλλέγουν, αξιοποιούν και επεξεργάζονται ιδιωτικές εταιρείες αποκομιδής απορριμμάτων, πιστοποιημένες από ανεξάρτητους ιδιωτικούς φορείς πιστοποίησης. Τα ποσά που δαπανά για τη διάθεση των οργανικών αποβλήτων του τιμολογούνται και συμψηφίζονται με τα δημοτικά τέλη. Κάθε χρόνο λαμβάνει από την εταιρεία με την οποία συνεργάζεται βεβαίωση για τον όγκο και το βάρος των απορριμμάτων που διέθεσε.
Οι εταιρείες αποκομιδής τροφοδοτούν βάσεις δεδομένων που επιτρέπουν να δημιουργηθεί ένα αξιόπιστο Μητρώο Απορριμμάτων απαραίτητο για την ανάπτυξη και λειτουργία μιας αγοράς δικαιωμάτων ρύπανσης για κάθε μεγαλούπολη ή περιφέρεια. Έτσι παύουμε να συζητάμε για «σκουπίδια». Μιλάμε για εμπορεύσιμα απόβλητα και ταυτοχρόνως για ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος.
Παραθέτω ξανά τα στοιχεία που παρέθεσα πέντε χρόνια πριν, επικαιροποιημένα βεβαίως. Τα παρακάτω στοιχεία του Δήμου της Αθήνας, αποδεικνύουν ότι μέσα σε μια πενταετία η κατάσταση επιδεινώθηκε αντί να βελτιωθεί:
Στη Διεύθυνση Καθαριότητας του Δήμου της Αθήνας απασχολούνται σήμερα 1.840 υπάλληλοι, μόνιμοι και με συμβάσεις αορίστου χρόνου (το 2012 ήταν 2.146), και περίπου 220 υπάλληλοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου (250 το 2012). Το 2016 οι Αθηναίοι πλήρωσαν στον Δήμο για την καθαριότητα ανταποδοτικά (;) τέλη σχεδόν 110 εκατομμύρια ευρώ (το ίδιο περίπου ποσό πλήρωσαν και το 2012). Το κόστος μισθοδοσίας των μονίμων και αορίστου χρόνου υπαλλήλων της καθαριότητας ανήλθε σε 55 εκατ. ευρώ, ποσό στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και οι πληρωμές υπερωριών έναντι περίπου 49 εκατ. το 2012. Ο μέσος ετήσιος μισθός του μόνιμου και αορίστου χρόνου υπαλλήλου της Διεύθυνσης Καθαριότητας του Δήμου Αθηναίων το 2016 (συμπεριλαμβανομένων ασφαλιστικών εισφορών και υπερωριακής αμοιβής) ανερχόταν στο ποσό των 29.891 ευρώ ή 2.491 ευρώ μηνιαίως (το 2012 ήταν 23.595 ευρώ ή 1.966 ευρώ το μήνα). Ο Δήμος της Αθήνας δαπάνησε για να υποστηρίξει διοικητικά την καθαριότητα το 2016 άλλα 29 εκατ. ευρώ. Δηλαδή το συνολικό κόστος (fully loaded cost) για τον πολίτη της Αθήνας κάθε απασχολούμενου της καθαριότητας, ανεξάρτητα από τη σχέση εργασίας του, ανέρχεται στο ποσό των 40.796 ευρώ ετησίως! Κι όμως η Αθήνα είναι μια πολύ βρόμικη πόλη τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία.
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία της Διεύθυνσης Καθαριότητας του Δήμου Αθηναίων το 2016 συλλέχθηκαν περίπου 300.000 τόνοι οργανικών αποβλήτων. Αυτό σημαίνει ότι οι Αθηναίοι πολίτες για κάθε τόνο απορριμμάτων που συλλέχθηκε το 2016 στην πόλη τους κατέβαλαν το υπερβολικό ποσό των 367 ευρώ (το 2012 πλήρωναν 343 ευρώ ανά τόνο). Αρκεί να αναφέρουμε ότι η τιμή του καθαρού σιδήρου σήμερα στην ελεύθερη αγορά κυμαίνεται από 150 έως 190 ευρώ ανά τόνο.
Η μόνη πραγματικά αναπτυξιακή λύση είναι η πραγματική ιδιωτικοποίηση της καθαριότητας σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της αγοράς απορριμμάτων και την τόνωση του ανταγωνισμού.

* Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή της Κυριακής στις 2/7/2017

Οι δύο κανόνες

                              Από τα διδάγματα της ιστορίας μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία που έχουν τα καλά δημόσια οικονομικά για την...