Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Πόσοι είναι τελικά οι δημόσιοι υπάλληλοι;

Γράφουν όλα τα sites και έγκυροι δημοσιογράφοι, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι μετρήθηκαν και είναι 614.053 (http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_2_26/07/2013_527983).
Μέγα και ασυγχώρητο λάθος. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως πολλές φορές σας έχω γράψει αγγίζουν -μάλλον ξεπερνούν- τις 900.000.
Αλλά όσοι μιλούν για 614 χιλ. αναφέρονται μόνο στους μονίμους και στους υπαλλήλους αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) και δεν υπολογίζουν -ασυγχώρητα- τους μισθοδοτούμενους από το δημόσιο αιρετούς, συμβασιούχους (συμβάσεις έργου), υπαλλήλους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου κλπ. που σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης ανέρχονται σε 68.656. 

Έτσι σύνολο 614.053 + 68.656= 682.709
http://apografi.yap.gov.gr/apografi/ergasiakisxesir_n.asp.
Επίσης, δεν υπολογίζονται ακόμη οι απασχολούμενοι στις δημόσιες επιχειρήσεις, στις δημοτικές επιχειρήσεις και στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου υπό τον έλεγχο του δημοσίου.
Σε μια μελέτη της ΓΓΠΣ (Έκδοση 1.0, Οκτώβριος του 2010) αυτοί ανέρχονται σε 215.000 περίπου. Η μελέτη αυτή έχει αρκετά λάθη (υπολογίζει εσφαλμένα λ.χ. τους υπαλλήλους του ΟΤΕ ή της Ε.Τ.Ε. ενώ την ίδια στιγμή λείπουν στοιχεία 880 φορέων του δημοσίου, λείπουν δημοτικές επιχειρήσεις κλπ.) ωστόσο μας δίνει μια μάλλον μετριοπαθή εκτίμηση για τον αριθμό των απασχολουμένων στο ευρύτερο δημόσιο. 

Πάντως ο αριθμός αυτών των υπαλλήλων ξεπερνά κατά πολύ τις 200.000.

Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

Mια απάντηση στο δήμαρχο Παλαιού Φαλήρου

Στην τηλεόραση του SKAI την προηγούμενη εβδομάδα ο δήμαρχος Παλαιού Φαλήρου απαντώντας στον ισχυρισμό μου ότι η παροχή υπηρεσιών καθαριότητας από τους δήμους κοστίζει δύο έως τρεις φορές παραπάνω απ΄όσο θα κόστιζε εάν ιδιωτικοποιείτο, μου απάντησε ότι στους δικούς του δημότες κοστίζει μόνο 69 ευρώ ο τόνος των σκουπιδιών.

Η απάντησή μου με στοιχεία στον αγαπητό δήμαρχο:
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΣΔΝΑ, το 2012 στο Παλαιό Φάληρο συλλέχθηκαν 29.876,47 τόνοι σκουπιδιών.

Τα τέλη καθαριότητας που πλήρωσαν οι πολίτες του Π.Φαλήρου το 2012 ανέρχονται σε 6.180.000 €. http://www.palaiofaliro.gr/Documents/ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ%20ΕΣΟΔΩΝ%202012.pdf

Αυτό σημαίνει ότι για κάθε τόνο σκουπιδιών που συλλέγεται στο Π. Φάληρο οι δημότες επιβαρύνονται με το ποσό των 207 ευρώ!!! Δηλαδή τρεις φορές παραπάνω από τα λεγόμενα του δημάρχου.

Σας υπενθυμίζω τι έγγραφα στην Καθημερινή στις 17/11/2012
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_17/11/2012_501949

Ιδιωτικοποιήστε τώρα την καθαριότητα

Η Αθήνα πνίγηκε και πάλι από τα σκουπίδια με αποφάσεις των διαφόρων συνδικάτων και της ΠΟΕ ΟΤΑ. Οπως αποδεικνύει η οικονομική ανάλυση, η παροχή δημόσιων υπηρεσιών, είτε από το κράτος είτε από τους δήμους, είναι ποιοτικά χειρότερη και οικονομικά ασύμφορη σε σχέση με την ανάθεσή της σε ιδιώτες.

Για να γίνει κατανοητό σε όλους πόσο στοιχίζει η Διεύθυνση Καθαριότητας του δήμου της Αθήνας, θα παραθέσω τα ακόλουθα στοιχεία:

Στην εν λόγω διεύθυνση απασχολούνται σήμερα 2.146 υπάλληλοι (μόνιμοι και με συμβάσεις αορίστου χρόνου) και περίπου 250 υπάλληλοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Μέχρι τον Νοέμβριο του 2012, οι Αθηναίοι πλήρωσαν στον δήμο τέλη που ανέρχονται σε περίπου 115 εκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, πάνω από 100 εκατ. ευρώ κατανέμονται στην καθαριότητα. Το κόστος μισθοδοσίας των υπαλλήλων της καθαριότητας ανήλθε για το δεκάμηνο του 2012 περίπου στο ποσό των 42 εκατ. ευρώ, ποσό στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και οι πληρωμές υπερωριών. Ο μέσος ετήσιος μισθός του μόνιμου υπαλλήλου της Διεύθυνσης Καθαριότητας του Δήμου Αθηναίων το 2012 (συμπεριλαμβανομένων ασφαλιστικών εισφορών και υπερωριακής αμοιβής) ανέρχεται περίπου στο ποσό των 23.595 ευρώ ή, μηνιαίως, σε 1.966 ευρώ. Υπενθυμίζω ότι το 2011, εξαιτίας τόσο της εξοικονόμησης που επέτυχε η νέα δημοτική αρχή όσο –κυρίως– της εφαρμογής του ενιαίου μισθολογίου οι μισθοί υπέστησαν σημαντικές περικοπές. (Το 2010 ο μέσος ετήσιος μισθός του μόνιμου υπαλλήλου της Διεύθυνσης Καθαριότητας ανήλθε περίπου στο ποσό των 38.200 ευρώ ή, μηνιαίως, σε 3.183 ευρώ. Ενας εργαζόμενος στην καθαριότητα του δήμου, λοιπόν, σήμερα κερδίζει περισσότερα απ’ όσα ένας καθηγητής πανεπιστημίου, ένας πρωτοδίκης, ένας γιατρός του ΙΚΑ, ένας δάσκαλος, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλης ιδιωτικής εταιρείας κ. ο. κ. – και κάτι τέτοιο θεωρείται αποδεκτό με την αντεστραμμένη λογική της σοβιετικού τύπου κοινωνίας μας.

Παράνοια


Ας προχωρήσουμε όμως την ανάλυσή μας: Σύμφωνα με ακριβείς υπολογισμούς, το 2012 στην Αθήνα θα συλλεγούν περίπου 350.000 τόνοι σκουπιδιών. Οπως αναφέρθηκε, τα τέλη καθαριότητας θα ανέλθουν μέχρι το τέλος του χρόνου στα 120 εκατ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι οι Αθηναίοι πολίτες για κάθε τόνο σκουπιδιών που συλλέγεται επιβαρύνονται με το αστρονομικό ποσό των 343 ευρώ. Eχει υπολογιστεί ότι η συνολική επιβάρυνση σε περίπτωση που ιδιωτικοποιηθεί η καθαριότητα δεν θα ξεπερνά τα 100 με 120 ευρώ τον τόνο. Για να αναλογιστεί κανείς ακόμη πιο πολύ την παράνοια του τεράστιου κόστους διατήρησης της δημοτικής υπηρεσίας καθαριότητας, με βάση τα διεθνή στοιχεία της αγοράς σιδήρου, η χαλυβουργία σήμερα πληρώνει 270 ευρώ τον τόνο περίπου για την αγορά καθαρού σιδήρου (Bλ. http: //tiny. cc/gre8c).

Ως πότε λοιπόν θα ανεχόμαστε να πληρώνει ο πολίτης τρεις φορές παραπάνω μια δημόσια υπηρεσία; H διεθνής εμπειρία μάς δείχνει ότι η παροχή των υπηρεσιών αυτών μπορεί να ανατεθεί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις προκειμένου:

(α) Να μειωθεί το κόστος παραγωγής των υπηρεσιών αυτών, που επιβαρύνει τους δημότες, (β) να βελτιωθεί σημαντικά η ποιότητα και η ποσότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, (γ) να αναληφθεί από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, η εκτέλεση έργων αστικής ανάπλασης και προστασίας του περιβάλλοντος, (δ) να μειωθούν δραστικά τα δημοτικά τέλη και η φορολογία.

Αν κάποιος καλόπιστα αμφιβάλλει, προτείνω να δώσουμε πειραματικά στους πολίτες το δικαίωμα της επιλογής. Οσοι θέλουν, τα σκουπίδια τους θα τα μαζεύει η δημοτική υπηρεσία με κόστος 300 με 350 ευρώ τον τόνο και όσοι θέλουν θα αναθέσουν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις την αποκομιδή τους με κόστος που θα καθορίσει η ελεύθερη αγορά. Ο ανταγωνισμός θα αναδείξει τον νικητή.

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Το κόστος των ρουσφετολογικών προσλήψεων


Ενώ δικαίως μας απασχολεί πόσα χρήματα διασπάθισαν εδώ και δεκαετίες οι δωρολήπτες πολιτικοί και λειτουργοί του κράτους –και είναι χωρίς αμφιβολία πάρα πολλά– ελάχιστοι ασχολούνται με τις αθρόες προσλήψεις και τους διορισμούς που έκαναν οι πολιτικοί και τα κόμματα στο Δημόσιο, χωρίς αυτό να είναι αναγκαίο για την εύρυθμη λειτουργία του και χωρίς αξιοκρατικά κριτήρια. Ελάχιστοι έχουν ασχοληθεί συστηματικά με το θέμα αυτό, παρά το γεγονός ότι οι διορισμοί στο Δημόσιο μέσω των κομματικών ή πελατειακών δικτύων παραμένει το μεγαλύτερο σκάνδαλο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας με άμεσο αυτουργό το πολιτικό σύστημα και συνεργούς τους διορισθέντες υπαλλήλους. Αν όμως σκεφτούμε τι τελικά κόστισαν και κοστίζουν οι ρουσφετολογικοί διορισμοί στη χώρα θα συνειδητοποιήσουμε ότι οι μίζες της Siemens, των προμηθευτών όπλων και δεκάδων άλλων προμηθευτών του Δημοσίου ήταν σταγόνα μπροστά στον ωκεανό της δημόσιας σπατάλης.
Πόσο κοστίζει στον έλληνα πολίτη κάθε ρουσφετολογική πρόσληψη στο Δημόσιο; Οι υπολογισμοί μας θα πρέπει κατ’ αρχάς να λάβουν υπόψη τους το αποδεκτό από έγκυρες πηγές της ασφαλιστικής κυρίως αγοράς ή διεθνών οργανισμών μέσο προσδόκιμο ζωής (ανδρών και γυναικών). Αυτό είναι σήμερα, σύμφωνα με το έγκυρο περιοδικό Lancet, για την Ελλάδα περίπου το 79ο έτος της ηλικίας (http://tiny.cc/rlt1zw). Το 2013 η δαπάνη μισθοδοσίας των επισήμως απασχολουμένων στο Δημόσιο (στοιχεία γενικής κυβέρνησης) ανέρχεται σε 24 δισ. ευρώ (το 2009 ανήλθε σε 31 δισ. ευρώ). Ο αριθμός τους σήμερα ανέρχεται περίπου σε 900.000, υπολογίζοντας και τους εργαζομένους στα υπό κρατικό έλεγχο νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που συμμετέχουν στο δημόσιο έλλειμμα. Συνεπώς, ο μέσος ακαθάριστος μισθός ενός απασχολούμενου στο Δημόσιο το 2013 κυμαίνεται περίπου σε 27.000 ευρώ (ενώ το 2009 άγγιζε τις 32.000 ευρώ). Ο υπολογισμός εξυπακούεται ότι αναφέρεται σε ακαθάριστους μισθούς (χωρίς να συνυπολογίζονται οι υπερωρίες). Σ’ αυτό το ποσό θα πρέπει να προσθέσουμε τις ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνει το Δημόσιο και οι φορείς του για τους υπαλλήλους του, ποσό που αγγίζει κατά μέσο όρο περίπου τις 3.000 ευρώ ανά υπάλληλο. Κανονικά, για να είναι ακριβέστερος προς τα πάνω ο υπολογισμός του αληθινού κόστους κάθε υπαλλήλου για τον προϋπολογισμό θα έπρεπε στα παραπάνω ποσά να προστεθούν και τα λειτουργικά κόστη που επιμερίζονται σε κάθε δημόσιο υπάλληλο (fully loaded cost).
Οι υπάλληλοι του κράτους και του ευρύτερου δημόσιου τομέα την τελευταία τριακονταετία εργάστηκαν πριν συνταξιοδοτηθούν κατά μέσο όρο λιγότερο από 25 χρόνια έκαστος. Στα χρόνια αυτά μάλιστα συνυπολογίσθηκε πλασματικώς, με την άμεση συνέργεια του πολιτικού συστήματος, και ο απολεσθείς χρόνος των απεργιών του Δημοσίου που έχει υπολογισθεί ότι για τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες ξεπερνά τις 1.500 ημέρες ή περίπου 6 εργάσιμα χρόνια (αφαιρουμένων των μη εργασίμων ημερών). Εάν λοιπόν κάποιος προσλήφθηκε στο Δημόσιο σε ηλικία 24 ετών και συνταξιοδοτήθηκε στα 49 του έτη, θα λαμβάνει σύνταξη για τριάντα τουλάχιστον χρόνια. Λόγω αδυναμίας εξεύρεσης των στοιχείων δεν έχουμε λάβει υπόψη ότι σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχει νεότερος σύζυγος που και μετά τον θάνατο του δικαιούχου λαμβάνει για πολλά ακόμη έτη μειωμένη σύνταξη ή τις ειδικές περιπτώσεις «νησίδων υπερτροφικής προστασίας» του συνταξιοδοτικού συστήματος –κατά τη χαρακτηριστική διατύπωση της έκθεσης Σπράου–, όπου κάποιοι κατιόντες του ασφαλισμένου λαμβάνουν με νόμο πλήρη σύνταξη χωρίς να χρειαστεί να εργαστούν ποτέ στη ζωή τους (ενήλικες άγαμες θυγατέρες στρατιωτικών, δικαστικών υπαλλήλων κ.ο.κ.).
Η συνταξιοδοτική δαπάνη του προϋπολογισμού για 440 χιλ. περίπου συνταξιούχους δημοσίους υπαλλήλους ήταν 6,58 δισ. ευρώ το 2012, δηλαδή περίπου 15.000 ευρώ ανά συνταξιούχο. Σε σημερινές τιμές λοιπόν ένας δημόσιος υπάλληλος κόστισε στο κράτος κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα ποσά:
(α) Κατά τον εργάσιμο βίο του (25x30.000=) 750.000 ευρώ, (β) κατά τη συνταξιοδότησή του έλαβε εφάπαξ που κατά μέσο όρο κυμαινόταν στις 75.000 ευρώ και (γ) κατά το διάστημα του συντάξιμου βίου του εισέπραξε κατ’ ελάχιστον (30x15.000=) 450.000 ευρώ. Συνολικά δηλαδή έλαβε τουλάχιστον 1.275.000 ευρώ.
Θυμίζουμε ότι το 1956 το σύνολο των απασχολουμένων στον δημόσιο τομέα δεν ξεπερνούσε τις 150.000, αριθμός που κατά τον Βαρβαρέσο θα κατέληγε εις βάρος της οικονομίας[i]. Το πολιτικό σύστημα δεν άκουσε τις ορθότατες υποδείξεις Βαρβαρέσου με αποτέλεσμα το 1974 ο αριθμός των απασχολουμένων στο Δημόσιο να ανέρχεται σε 270.000, για να αγγίξει το 1981 τις 390.000. Οι αθρόες προσλήψεις της οκταετίας 1981-1989 σχεδόν διπλασίασαν τον αριθμό των απασχολουμένων στον δημόσιο τομέα, οι οποίοι στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ανέρχονταν σε 800.000 περίπου[ii]. Έτσι το ποσοστό του Δημοσίου στο ΑΕΠ από 38,4% το 1975 έφθασε να αγγίζει το 70% το 1988, γεγονός που με άλλα λόγια σήμαινε ότι υπήρξε μια τεράστια σε μέγεθος μεταφορά πόρων από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα η οποία είχε ως αποτέλεσμα την εκμηδένιση της οικονομικής ανάπτυξης και την υπονόμευση της παραγωγικότητας της χώρας. Η πενταετία Καραμανλή πρόσθεσε επιπλέον 120.000 δημοσίους υπαλλήλους, για να φθάσει η χώρα το 2011 να αριθμεί πλέον του ενός εκατομμυρίου απασχολούμενων στον δημόσιο τομέα.
Επιστρέφοντας στους υπολογισμούς μας: το κράτος το 1981 λειτουργούσε με λιγότερους από 400.000 υπαλλήλους και το 2011 με περισσότερους από 1.000.000. Ο δημόσιος τομέας το 1981 δεν είχε υπολογιστές, μηχανοργάνωση, βάσεις δεδομένων, ηλεκτρονικά δίκτυα και διαδίκτυο. Ο δημόσιος τομέας το 2011 τα είχε όλα αυτά με το παραπάνω και επιπλέον 600.000 υπαλλήλους. Από αυτούς δεν χρειαζόμαστε τουλάχιστον 400.000. Μας τους επέβαλε το πελατειακό και κομματικό κράτος για να διαιωνίσει την εξουσία του. Αυτοί, σύμφωνα με τους παραπάνω απολύτως μετριοπαθείς υπολογισμούς, θα στοιχίσουν (1.275.000 x 400.000=) 510 δισ. ευρώ τουλάχιστον ή μιάμιση φορά το δημόσιο χρέος της χώρας, ποσό που προστίθεται στα υπέρογκα επίσης ποσά που για τους ίδιους λόγους επιβάρυναν τις προηγούμενες δεκαετίες την οικονομία μας και προήλθαν από την καταλήστευση του μόχθου των φορολογουμένων και από δανεισμό. 
Τον Νοέμβριο του 2010 ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο απολύσεων στο Δημόσιο. Τότε το ποσοστό ανεργίας ήταν ακόμη στο 14% περίπου και ο αριθμός των ανέργων δεν ξεπερνούσε τους 700 χιλιάδες. Σήμερα το ποσοστό ανεργίας έχει εκτιναχθεί στο 27,6% και ο αριθμός των ανέργων ξεπερνά τα 1,3 εκατομμύρια. Εάν από το 2010 είχαν απολυθεί 200.000 δημόσιοι υπάλληλοι θα είχαν εξοικονομηθεί περισσότερα από 20 δισ. ευρώ, το κράτος θα είχε δώσει τα 8 δισ. ευρώ που χρωστά στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, δεν θα είχαν κλείσει 100.000 επιχειρήσεις και τουλάχιστον 600.000 σημερινοί άνεργοι θα είχαν ακόμη τη δουλειά τους. Σκεφτείτε ότι το μέσο κόστος του απασχολουμένου στο Δημόσιο ανέρχεται σε 180% του μέσου κόστους του εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα. Ο μέσος συντελεστής φορολογίας εισοδήματος των υπαλλήλων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι περίπου 20%. Μετά την επιστροφή στο κράτος του φόρου του δικού του υπαλλήλου το καθαρό κόστος αυτού ανέρχεται σε 152% του κόστους του εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα (180% -20% x 180%). Συνεπώς για να πληρωθεί ένας δημόσιος υπάλληλος πληρώνουν φόρο 7,5 ιδιωτικοί υπάλληλοι (152% : 20%) άρα για τους 900.000 χιλιάδες χρειαζόμαστε 6.750.000 ιδιωτικούς υπαλλήλους που βεβαίως δεν υπάρχουν. Αυτός είναι ο λόγος που καταρρέει η ελληνική οικονομία υπό το δυσβάσταχτο βάρος του Δημοσίου, κλείνουν μαζικά οι επιχειρήσεις, αυξάνονται οι φόροι σ’ ένα φαύλο κύκλο που τροφοδοτεί ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και οδηγούνται μαζικά στην ανεργία οι ιδιωτικοί υπάλληλοι. Αυτό είναι το βαρύτατο τίμημα της αντίστασης που προβάλλει στις απολύσεις στον δημόσιο τομέα το πολιτικό πελατειακό σύστημα. Σε 3 με 4 χρόνια θα έχει χαθεί ένα ολόκληρο ΑΕΠ για τη χώρα εξαιτίας της υψηλής ανεργίας χωρίς κανείς να υπολογίσει τις απρόβλεπτες κοινωνικές εντάσεις που θα δημιουργηθούν.
Γι’ αυτό λοιπόν εκείνο που σήμερα θα έπρεπε κυρίως να μας απασχολεί είναι το διαχρονικό σκάνδαλο των κομματικών διορισμών και ρουσφετολογικών προσλήψεων στο Δημόσιο –σκάνδαλο απείρως μεγαλύτερο από όλα τα άλλα μαζί–, το οποίο συντέλεσε καθοριστικά στην οικονομική καταστροφή της χώρας και στην υπονόμευση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης. Οι δυσμενέστερες συνέπειες δεν ήταν όμως οικονομικές: στην Ελλάδα του 20ού αιώνα ο αναξιοκρατικός μέσω του κόμματος ή του βουλευτή διορισμός στο Δημόσιο κατέστη κοινωνικά αποδεκτός αφού με τον μηχανισμό αυτό το πολιτικό σύστημα μείωνε ανορθόδοξα την ανεργία και διαιώνιζε την κυριαρχία του. Κάποτε, συνειδητοποιώντας αυτή τη συλλογική παράνοια, ο Λεωνίδας Κύρκος στηλιτεύοντας το κρατικιστικό παρελθόν της Αριστεράς χαρακτήρισε την υπερβολική συγκέντρωση του κράτους και τον διορισμό στο Δημόσιο «βάθρο του συντηρητισμού της κοινωνίας και πολεμικό αντίπαλο των νέων ιδεών της Αριστεράς».[iii]
Οι μαζικοί, αναξιοκρατικοί και ρουσφετολογικοί διορισμοί στο Δημόσιο συντέλεσαν πρωτίστως στην καταβαράθρωση της ελληνικής κοινωνίας μέσω της αλλαγής του αξιακού της προτύπου, οδήγησαν στον εξευτελισμό των αξιών της ατομικής ευθύνης, της τιμιότητας, του φιλότιμου, της αξιοκρατίας, της σκληρής εργασίας και στην αντικατάστασή τους με τις λογικές της ελάχιστης προσπάθειας, της πονηρίας, του γρήγορου πλουτισμού και της χωρίς προϋποθέσεις κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης.



[i] Βλ. την έκθεση του Κ. Βαρβαρέσου για την ελληνική οικονομία το 1952 με τίτλο «Έκθεσις επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδος», 2η έκδοση, Σαββάλας, Αθήνα 2002.
[ii] Σε εμπιστευτική επιστολή του προς τον πρωθυπουργό Ανδρέα Γ. Παπανδρέου το 1988 ο Απόστολος Λάζαρης γράφει μεταξύ άλλων: «Τώρα, εκ των υστέρων, έγινε φανερό πως με τις προσλήψεις που κάναμε, και προ πάντων με τον τρόπο που τις κάναμε, όχι μόνο δεν βελτιώσαμε την ποιότητα της διοίκησης στο δημόσιο και στους διαφόρους οργανισμούς και στις τράπεζες, αλλά τη χειροτερέψαμε ακόμα πιο πολύ.» Βλ. Νίκος Νικολάου, «Πρόσωπα της Οικονομίας», εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2008, σελ. 220.
[iii] Λεωνίδας Κύρκος, «Ποια Αριστερά;», εκδ. Οδυσσέας , Αθήνα 1987, σελ. 33. 


Δημοσιεύτηκε στο http://www.capital.gr/News.asp?id=1834092 στις 12/7/2013

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Αλλαγή πορείας*


Θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι υπό αυτές τις συνθήκες το χρέος της χώρας δεν είναι βιώσιμο. Δεν είναι βιώσιμο όχι μόνο λόγω του ύψους του αλλά και διότι με αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και εξ αυτού του λόγου –κυρίως– το πρωτογενές έλλειμμα για το 2013 ενδέχεται να φθάσει και το 190% του ΑΕΠ. Ο χρόνος που χάθηκε με καθυστερήσεις και παλινωδίες δεν είναι δυνατόν να αναπληρωθεί. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές τουλάχιστον για 15 χρόνια.
Ακόμη κι αν η κυβέρνηση θεσπίσει σήμερα όλα τα διαρθρωτικά μέτρα που έχουμε δεσμευτεί να λάβουμε από το 2010, ακόμη κι αν υλοποιήσει όλα εκείνα τα μέτρα που έχουν ήδη αποφασιστεί αλλά φροντίζαμε εν τω μεταξύ να τα ακυρώνουμε με διάφορα κυβερνητικά τερτίπια ή νομοθετικά «παράθυρα» και τότε το πρόβλημα της χώρας δεν λύνεται χωρίς ταυτόχρονη αλλαγή πορείας και νοοτροπίας. Πρέπει να μεταβληθεί το αξιακό πλαίσιο των πολιτών. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η παθολογική μας εξάρτηση από το κράτος αναιρεί τις ατομικές μας δυνατότητες και αμβλύνει την ατομική ευθύνη, το φιλότιμο, την εργατικότητα, την αυτοπειθαρχία, τον σεβασμό της αξίας – αρετές που δυστυχώς αμβλύνθηκαν εδώ και δεκαετίες, γεγονός που αποτέλεσε την κύρια αιτία της παρακμής μας.
Αυτό που πρέπει πρωτίστως να γίνει είναι η δραστική μείωση του κράτους, πράγμα που ξεπερνά τις αντοχές της παρούσας κυβέρνησης, των εκπροσώπων των δανειστών μας και του κρατικοδίαιτου επιχειρηματικού και κομματικού κατεστημένου. Ποιος άραγε θα επιδιώξει τη συρρίκνωση του δημοσίου τομέα όταν εκεί βρίσκονται οι πελάτες όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων που εκπροσωπούνται σήμερα στο κοινοβούλιο και όταν απ’ αυτόν εξαρτώνται μεγάλες ή μικρές επιχειρήσεις, τύποις ιδιωτικές, κατασκευασμένες όμως για να εξυπηρετούν και για να εξυπηρετούνται από τον μεγάλο υδροκέφαλο δημόσιο τομέα.
Εδώ κινδυνεύσαμε να οδηγηθούμε σε εκλογές εξαιτίας του υποτιθέμενου κλεισίματος της ΕΡΤ που αφορά μόνο 3.000 δημοσίους υπαλλήλους. Πιστεύει κανείς ότι θα υπάρξει ποτέ βούληση για απολύσεις 150.000 ή 200.000; Δεν πειράζει να οδηγηθούν στην ανεργία ακόμη 500.000 εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα. Ήδη από το 2010 έχουν οδηγηθεί χωρίς ν’ ανοίξει μύτη 900.000 και έχουν κλείσει 120.000 επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Οι μισές ελληνικές επιχειρήσεις και πλέον είναι ζημιογόνες. Αυτοί όμως δεν εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο, δεν μας νοιάζει. Τους πελάτες των κομμάτων, τους τροφίμους χιλιάδων άχρηστων δημοσίων φορέων, τους υπεράριθμους, τους επίορκους κ.ο.κ., αυτούς –προς Θεού!– δεν επιτρέπεται να τους αγγίξει κανείς. Να η ιδιότυπη κοινωνική δικαιοσύνη ελληνικής κοπής.
Εξίσου απογοητευτική είναι και η στάση των εκπροσώπων των δανειστών μας, όταν όχι μόνο αποδέχονται –κατ’ ουσίαν– τη διατήρηση του υπερδιογκωμένου δημόσιου τομέα αλλά επιμένουν και στη διατήρηση της υψηλής και άδικης φορολογίας που τον συντηρεί και καταστρέφει τους παραγωγικούς Έλληνες. Η Τρόικα επιχειρεί να εφαρμόσει και στην Ελλάδα μια λανθασμένη δημοσιονομική εξυγίανση αμιγώς κεϋνσιανής εμπνεύσεως, που συνίσταται σε άμεση δημοσιονομική προσαρμογή με μείωση των ελλειμμάτων, η οποία επιτυγχάνεται κυρίως με την αύξηση των φορολογικών εσόδων και όχι με τη μείωση των κρατικών δαπανών. Αλλά έτσι, ακόμη κι αν καταφέρουν να αυξήσουν τα έσοδα –πράγμα για το οποίο αμφιβάλλω– τα ελλείμματα δεν πρόκειται να μειωθούν, απλώς κουκουλώνονται. Με την επιβολή εξοντωτικής φορολογίας όμως σε συνδυασμό με την αδυναμία προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς, εξαιτίας, όπως είπαμε, των λυσσαλέων αντιδράσεων των οργανωμένων και βολεμένων φοροφαγάδων του Δημοσίου, καταλήγουμε σε περαιτέρω μείωση του διαθέσιμου λαϊκού εισοδήματος, σε εξόντωση των παραγωγικών Ελλήνων και εν τέλει σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και σε βεβαία κοινωνική έκρηξη. Υπό την έννοια αυτή, η Τρόικα είναι συνυπεύθυνη για την παρατεταμένη ύφεση, αφού ρίχνει όλο το βάρος της προκειμένου να καλυφθούν τα ελλείμματα στην αύξηση των φόρων και όχι στη μείωση των δαπανών. Και είναι επίσης συνυπεύθυνη με την κυβέρνηση στην μη υλοποίηση των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών που συμφωνήσαμε ως χώρα με τους δανειστές μας, αφού με τις μέχρι σήμερα έντεχνα διατυπωμένες εκθέσεις της επιτρέπει την εκταμίευση των ποσών που χρειάζεται η κυβέρνηση όχι για να προλάβει να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις αλλά για να κερδίσει χρόνο για την αναβολή τους.
Επαναλαμβάνω, το ζητούμενο είναι η οικονομική ανάκαμψη και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας που θα επιτρέψει την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των διεθνών αγορών στην ελληνική οικονομία. Για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η ευθύνη των μεγάλων διαρθρωτικών αποφάσεων και της εφαρμογής τους ανήκει σε μας και όχι στους ξένους δανειστές μας.
Η διαχειρισιμότητα του χρέους μας έχει να κάνει αφενός με το να πάψουμε να σπαταλούμε τα λεφτά που με τον ιδρώτα τους δημιουργούν οι παραγωγικοί Έλληνες και αφετέρου με την επαναλειτουργία της ελληνικής οικονομίας και τον στρατηγικό αναπροσανατολισμό της. Και χωρίς το δεύτερο το πρώτο δεν είναι αρκετό, χωρίς δηλαδή σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι θα εξασφαλιστούν με ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις που θα κατοχυρώσουν και θα αυξήσουν συγχρόνως το επενδυτικό αντικείμενο, το χρέος δεν είναι βιώσιμο.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι, για όσους λόγους αναφέρθηκαν, χωρίς μια αλλαγή του αξιακού πλαισίου των πολιτών, ώστε αυτοί να εμπιστευτούν τις παραγωγικές δυνάμεις και το πρότυπο του ελεύθερου δρώντα πολίτη και όχι το αναποτελεσματικό, γραφειοκρατικό και διεφθαρμένο κράτος, ακόμη κι αν μια αόρατη δύναμη διέγραφε το σύνολο του ελληνικού χρέους ως διά μαγείας, η ελληνική οικονομία θα είχε τα ίδια χάλια όπως και πριν και θα παρέμενε διεθνώς ελάχιστα ανταγωνιστική.


* Το άρθρο του Τάσου Αβραντίνη δημοσιεύτηκε στις 3/7/2013 στο http://www.capital.gr/News.asp?id=1828274

Οι δύο κανόνες

                              Από τα διδάγματα της ιστορίας μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία που έχουν τα καλά δημόσια οικονομικά για την...