Ο Μάικλ Φούλαν, ένας
από τους πλέον ειδικούς παγκοσμίως σε θέματα εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, στο
πρόσφατο βιβλίο του “The
New Meaning
of Educational
Change” υπογραμμίζει ‒μεταξύ άλλων
εξαιρετικών επισημάνσεων‒ ότι οι επιτυχημένες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις
είναι εκείνες που το εκπαιδευτικό σύστημα είναι αποκεντρωμένο, αυτόνομο και
ελεύθερο και ο έλεγχος του κράτους πάνω σ’ αυτό χαλαρός και διακριτικός. Το
αντίθετο ακριβώς από την θλιβερή ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα του
κρατικού συγκεντρωτισμού που εγκαθιδρύει κάθε είδους αδράνειες και απονευρώνει
πλήρως εκπαιδευτικούς και μαθητές.
Πάρτε για παράδειγμα
το μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο ανά μάθημα. Το ελληνικό κράτος ‒μοναδική
εξαίρεση μεταξύ των προηγμένων κρατών‒ επιβάλλει ένα απόλυτο μονοπώλιο στην
επιλογή και αξιολόγηση των σχολικών βιβλίων. Οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς δεν
έχουν κανέναν απολύτως λόγο σ’ αυτό. Οι εκπαιδευτικοί καλούνται να υλοποιήσουν
ένα κεντρικά σχεδιασμένο πρόγραμμα σπουδών. Για να αντιληφθείτε το μέγεθος του
παραλογισμού φανταστείτε τώρα έναν γιατρό που το Υπουργείο Υγείας θα του
καθόριζε επακριβώς και μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια τη συνταγή που θα δώσει
για την αντιμετώπιση μιας ασθένειας ανεξαρτήτως της διάγνωσης ή έναν δικηγόρο
που το κράτος θα του υποδείκνυε πώς θα χειριστεί τις υποθέσεις των πελατών του.
Με αυτή την εξωφρενική λογική ο εκπαιδευτικός δεν επιτρέπεται να αποφασίζει με
επαγγελματικά και επιστημονικά κριτήρια για την εκπαιδευτική διαδικασία, για
τον τρόπο με άλλα λόγια που θα διδάσκει το μάθημά του. Θα περίμενε λοιπόν κανείς
από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών να αντιδρούν σε αυτή την
υποτιμητική και αναχρονιστική για τον εκπαιδευτικό κατάσταση. Εντούτοις αυτές
σιωπούν.
Το μοναδικό σχολικό
εγχειρίδιο είναι, όπως είπαμε, ένα ενδεικτικό παράδειγμα εκπαιδευτικού
συγκεντρωτισμού, δεν είναι όμως το μόνο. Η σειρά τέτοιου είδους αναχρονισμών
είναι ατέλειωτη. Όλο το εκπαιδευτικό σύστημα είναι κεντρικά σχεδιασμένο και
στην παραμικρή λεπτομέρεια, προκειμένου το κράτος να έχει τον αποφασιστικό και
κυρίαρχο ρόλο σε όλα τα εκπαιδευτικά θέματα υποβαθμίζοντας τους πραγματικούς
ενδιαφερόμενους, εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές, σε ρόλο κομπάρσου.
Τι πρέπει να γίνει;
Να υπάρξει παιδαγωγική αυτονομία όλων ανεξαιρέτως των σχολικών μονάδων.
Προϋπόθεση της παιδαγωγικής αυτονομίας είναι η καθιέρωση εθνικών εκπαιδευτικών
προτύπων (ΕΕΠ). Τα προγράμματα σπουδών θα καταρτίζονται σύμφωνα με όσα
προβλέπουν τα ΕΕΠ από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο (πανεπιστήμια, ερευνητικά
ινστιτούτα, εκδοτικούς οίκους κ.ο.κ.), θα πιστοποιούνται από το Ινστιτούτο
Εκπαιδευτικής Πολιτικής και θα συνοδεύονται από περισσότερα από ένα σχολικά
εγχειρίδια τα οποία θα επιτρέπουν σε κάθε εκπαιδευτικό την επιλογή του
καταλληλότερου.
Ακόμη,
κρίσιμος παράγοντας της παιδαγωγικής αυτονομίας είναι ο καθορισμός του
εκπαιδευτικού χρόνου. Σήμερα ο διδακτικός χρόνος καθορίζεται αποκλειστικά από
το Υπουργείο Παιδείας. Μια αυτόνομη σχολική μονάδα θα έπρεπε να έχει τη
δυνατότητα να διαμορφώνει δικά της εξειδικευμένα προγράμματα σπουδών ‒που να
ανταποκρίνονται ενδεχομένως στις ιδιαιτερότητες ή στις ανάγκες της περιοχής
της, στα προσόντα των μαθητών της κ.λπ.‒ μέχρι και στο 20% του διδακτικού
χρόνου της. Η σχολική μονάδα πρέπει να μπορεί να αποφασίζει αυτόνομα
εκπαιδευτικές δράσεις.
Η παιδαγωγική αυτονομία
με τη σειρά της οδηγεί σε λογοδοσία των σχολικών μονάδων και έλεγχο των
εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων τους από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο και κυρίως από
τους γονείς και τους μαθητές διευκολύνοντας έτσι την ελεύθερη επιλογή των
τελευταίων.
* Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο στις 11/52018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου