Από την προσεκτική μελέτη και ανάλυση του σκέλους των δαπανών των
προϋπολογισμών των τριών τελευταίων ετών 2015-2017 συγκριτικά με την πολιτική
δαπανών των δέκα πιο επιτυχημένων ιδιωτικών επιχειρήσεων της χώρας καταλήγουμε
στο συμπέρασμα ότι αν η διαχείριση του Ελληνικού Δημοσίου ακολουθούσε τους
κανόνες που διέπουν την πολιτική δαπανών που ισχύει στις επιχειρήσεις και
περιόριζε την αλόγιστη σπατάλη του (ενδεικτικά και μόνο εφαρμογή σε όλο του Δημόσιο
του ενιαίου μισθολογίου, κλείσιμο άχρηστων οργανισμών χωρίς προσωπικό,
κατάργηση σκανδαλωδών επιδοτήσεων, περιορισμός της γραφειοκρατίας, παροχή
δημοσίων υπηρεσιών από ιδιωτικό τομέα με ευθύνη του κράτους), τότε το ελληνικό
κράτος θα εξοικονομούσε αμέσως ένα 5% του ΑΕΠ. Δηλαδή σε αριθμούς κάτι
περισσότερο από όσα προσδοκά να εισπράξει από το σύνολο του φόρου εισοδήματος
φυσικών προσώπων.
Η οικονομική επιστήμη έχει αποδείξει ότι η φορολογία επηρεάζει σημαντικά τα
κίνητρα των πολιτών για παραγωγή. Σε περιόδους οικονομικής ύφεσης οι σοβαροί
οικονομολόγοι συστήνουν περιορισμό των δαπανών του κράτους και μείωση των
φόρων. Στην Ελλάδα ακολουθήσαμε μια διαφορετική συνταγή. Το Μάρτιο του 2010 η
σοσιαλιστική κυβέρνηση Παπανδρέου προχώρησε σε μεγάλες αυξήσεις στη φορολογία. Η
τότε κυβέρνηση δικαιολόγησε την αύξηση των φόρων επικαλούμενη, αφενός μεν την
σοσιαλιστική ιδεολογία της, αφετέρου δε την ανάγκη κάλυψης του θηριώδους
πράγματι δημοσιονομικού ελλείμματος. Εκείνη η αύξηση των φόρων προκάλεσε
βαθύτατη ύφεση, η οποία οδήγησε σε σημαντική μείωση του εγχώριου προϊόντος, με
αποτέλεσμα το χρέος από 127% του ΑΕΠ το 2009 να ανέβει στο 148% το 2010 και να
εκτιναχθεί στο 170% του ΑΕΠ το 2011. Οι δυσβάστακτοι φόροι και η περιορισμένη
μείωση των δαπανών επηρέασαν όμως και το δημοσιονομικό έλλειμμα, που από 9,4%
το 2010 αυξήθηκε στο 10% το 2012.
Ακόμη πιο χρήσιμα συμπεράσματα για τις δυσμενείς επιπτώσεις που προκάλεσε
στην οικονομία η ραγδαία αύξηση των φόρων το 2010 μας παρέχουν τα δημοσιευμένα
στοιχεία από τις εκκαθαρίσεις των φορολογικών δηλώσεων για τα έτη 2010 έως 2015
(δυστυχώς δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί στοιχεία για το 2016):
‒ το φορολογούμενο εισόδημα μειώθηκε το 2015 σε σχέση με
το 2010 περίπου κατά 20%,
‒ το δηλωθέν εισόδημα κατά την ίδια περίοδο μειώθηκε κατά
23,2% και
‒ ο αριθμός των φορολογουμένων με ατομικό φορολογητέο εισόδημα μεγαλύτερο
των 42.000 ευρώ μειώθηκε το 2015 σε σχέση με το 2010 κατά 45% περίπου (από
213.639 σε 117.455).
Από τα στοιχεία αυτά και πλήθος άλλων προκύπτει ότι η αύξηση των φόρων και
η προοδευτικότητα του φορολογικού συστήματος δημιουργούν δικαιολογημένο αίσθημα
αδικίας στους κερδοφόρους εργαζομένους, ενώ ταυτοχρόνως καθιστούν συμφέρουσα τη
φοροδιαφυγή. Ας μη γελιόμαστε, δεν υπάρχει καμιά οικονομική λογική στην
προοδευτική φορολογία. Η μόνη λογική εξήγηση είναι ο φθόνος εναντίον των
παραγωγικών και επιτυχημένων πολιτών. Λησμονούμε όμως ότι το εισόδημα ενός
εργαζομένου δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αμοιβή του ανθρώπινου κεφαλαίου που
έχει δημιουργήσει με σκληρή προσπάθεια.
* Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο στις 13 Ιουλίου 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου