Το 1976 δύο νέοι οικονομολόγοι της Σχολής της Δημόσιας
Επιλογής, ο Νικόλαος Τάιντμαν και ο Πολ Ντάουνινγκ, δημοσίευσαν μια πρωτότυπη
εργασία, στην οποία ανέλυαν τις δυνατότητες που προσφέρει η «μέθοδος αποκάλυψης
της ζήτησης» στην καταπολέμηση ρυπογόνων δραστηριοτήτων των ατόμων. Η κεντρική
ιδέα της θεωρίας αυτής είναι ότι οι άνθρωποι πρέπει να πληρώνουν για όσα
προκαλούν οι δραστηριότητές τους. Η κυκλοφοριακή συμφόρηση είναι μια τέτοια
ενοχλητική δραστηριότητα. Μια δυσάρεστη εξωτερικότητα, για την οποία θα πρέπει
να πληρώνουν αυτοί που την προκαλούν.
Ας εξετάσουμε την εφαρμογή της ιδέας για την αντιμετώπιση
του ασφυκτικού κυκλοφοριακού προβλήματος που αντιμετωπίζουν η Αθήνα και άλλες
μεγάλες πόλεις της χώρας. Τα μέχρι σήμερα μέτρα, όπως η εφαρμογή του δακτυλίου,
έχουν αποτύχει. Στην αποτυχία συνετέλεσε σίγουρα η αναποτελεσματική αστυνόμευση
αλλά και το γεγονός ότι σχεδόν κάθε οικογένεια απέκτησε και δεύτερο αυτοκίνητο.
Η εξήγηση είναι απλή. Οι οδηγοί δεν αισθάνονται υποχρεωμένοι
να πληρώσουν το φαινομενικά μη ορατό κόστος που συνεπάγεται για τους άλλους η
χρήση από τους πρώτους του οδικού δικτύου του κέντρου της πόλης. Πιστεύουν ότι
η χρήση ενός περιορισμένου πόρου μπορεί να γίνεται δωρεάν. Όμως η ρύπανση του
αέρα, η κυκλοφοριακή συμφόρηση, η απώλεια εκατομμυρίων ωρών καθημερινά, τα
ατυχήματα, η αισθητική υποβάθμιση του κέντρου της πόλης είναι τα ορατά αποτελέσματα
της κυκλοφορίας πολλών αυτοκινήτων ταυτόχρονα σε ώρες αιχμής σ’ αυτό. Σύμφωνα
με μελέτη του συγκοινωνιολόγου καθηγητή Ευάγγελου Ματσούκη, το καθημερινό κόστος
του χαμένου χρόνου στο κέντρο της Αθήνας λόγω της κυκλοφοριακής
συμφόρησης ξεπερνά κατά μέσο όρο το μισό εκατομμύριο ευρώ.
Η επιβολή διοδίων στο κέντρο σε ώρες αιχμής αποτελεί μια
ικανοποιητική και δίκαιη λύση για το πρόβλημα. Κάθε οδηγός που οδηγεί το
αυτοκίνητό του σε ώρες αιχμής στο κέντρο της πόλης θα πρέπει να χρεωθεί την
επιβάρυνση που προκαλεί το αυτοκίνητό του στους κατοίκους, στους πεζούς και
στους άλλους οδηγούς.
Η εφαρμογή του μέτρου των διοδίων διεθνώς ήταν επιτυχημένη
και οδήγησε σε μείωση:
‒ της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων κατά μέσο όρο περίπου στο 25%,
‒ των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα κατά 10%, και
‒ του χρόνου αναμονής και καθυστερήσεων από την κυκλοφοριακή συμφόρηση κατά
30%.
Σκεφτείτε πόσο σημαντικό είναι να κερδίσετε το
ένα τρίτο του χρόνου των μετακινήσεών σας.
Με την εφαρμογή του μέτρου των διοδίων αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της
κυκλοφοριακής συμφόρησης όχι με κρατισμό και απαγορεύσεις αλλά με τη δημιουργία
αγοράς κυκλοφορίας. Για την κυκλοφοριακή συμφόρηση δεν ευθύνονται οι οδηγοί
αλλά το κράτος που επιτρέπει τη χρήση του δρόμου για όλους χωρίς επιβάρυνση.
Στο σύστημα των διοδίων ο χρήστης πληρώνει ένα ποσό που αντιστοιχεί στη χρήση
ενός περιορισμένου αγαθού. Η χρέωσή του είναι αντικειμενική και καθορίζεται
μεταξύ άλλων από την ώρα που αποφασίζει κανείς να οδηγήσει στο κέντρο, την
ημέρα και το επίπεδο του προβλήματος ανά περιοχή. Είναι
αυτονόητο ότι κάποιος που κινείται τη νύκτα ή στις διακοπές του Αυγούστου στους
δρόμους του κέντρου επιβαρύνει λιγότερο την πόλη και τους ανθρώπους της από
κάποιον που κινείται το πρωί ή το μεσημέρι κατά τις εργάσιμες ημέρες του
χρόνου. Εάν συζητούσαμε το μέτρο των διοδίων είκοσι χρόνια πριν θα
αντιμετωπίζαμε σοβαρές δυσκολίες στην εφαρμογή του. Σήμερα τα πράγματα έχουν
αλλάξει, η τεχνολογία επιτρέπει με ελάχιστο κόστος να εφαρμοστεί με επιτυχία
χωρίς να απαιτούνται συμβατικά κουβούκλια, μπάρες, ύπαρξη ελεγκτικού προσωπικού
κ.ο.κ. Ο έλεγχος των οχημάτων γίνεται με υπερσύγχρονες κάμερες που θα
τοποθετηθούν σε όλες τις εισόδους του κέντρου και θα καταγράφουν τους αριθμούς
κυκλοφορίας των αυτοκινήτων που εισέρχονται. Η πληρωμή των διοδίων από τους
οδηγούς θα μπορεί να γίνεται με πολλούς εναλλακτικούς τρόπους, όπως είναι
προπληρωμένες κάρτες (e-pass), πιστωτικές κάρτες, κινητά τηλέφωνα κ.λπ. Θα μπορούσε επίσης να
τοποθετείται σε κάθε αυτοκίνητο συσκευή εντοπισμού που θα μετράει ακριβώς την
αξία των διοδίων που πρέπει κάθε φορά να πληρωθεί.
Οι μόνιμοι κάτοικοι του κέντρου θα δικαιούνται εκπτώσεως.
Η εφαρμογή των διοδίων από μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλα μέτρα ελέγχου
της στάθμευσης και παραχώρησης της χρήσης του δικτύου των κεντρικών δρόμων της
πόλης σε ιδιωτικές εταιρείες θα δημιουργούσε μια νέα αγορά δικαιωμάτων
κυκλοφορίας. Αυτή με τη σειρά της θα έφερνε επενδύσεις, θα δημιουργούσε νέες
θέσεις εργασίας, θα βελτίωνε την ποιότητα και την αισθητική των δρόμων με έργα
αστικής ανάπλασης και θα συνέβαλε στην αλλαγή της νοοτροπίας των πολιτών ώστε
να χρησιμοποιούν στις μετακινήσεις τους στο κέντρο λιγότερο το αυτοκίνητό τους
και περισσότερο τα μέσα μαζικής μεταφοράς, το ποδήλατο ή τα πόδια τους.
* Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε σε δύο συνέχειες στο Φιλελεύθερο στις 22 και 28 Δεκεμβρίου 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου