Πώς θα σας φαινόταν αν η κυβέρνηση αύριο το πρωί αποφάσιζε ν’ αυξήσει τις
τιμές όλων των αγαθών για να στηρίξει τις ελληνικές επιχειρήσεις; Ή εάν
διατηρούσε μεν τις τιμές αλλά μας υποχρέωνε να αγοράζουμε βάσει κάποιου «φωτισμένου»
κρατικού σχεδίου συγκεκριμένες ποσότητες αγαθών και υπηρεσιών;
Όλοι θα απαντήσουν με ένα στόμα: ‒ Παράλογο! Η κερδοφορία των επιχειρήσεων
δεν μπορεί να επιτευχθεί με την αναγκαστική διατίμηση, την υποχρεωτική αύξηση
της ζήτησης και άλλα τέτοιου είδους αναγκαστικά μέτρα χωρίς τρομερές συνέπειες
στην οικονομία.
Δεν θα πάρουμε όμως την ίδια κατηγορηματική απάντηση στην περίπτωση των
προστατευτικών ρυθμίσεων της αγοράς εργασίας. Εδώ θα υπάρξουν αρκετοί που θα
υποστηρίξουν τον κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο, τις ρυθμίσεις που καθιστούν
εξαιρετικά δυσχερή την καταγγελία της σύμβασης εργασίας, τις υψηλές
αποζημιώσεις απόλυσης και τόσες άλλες ρυθμίσεις που αυξάνουν υπέρογκα το κόστος
παραγωγής χωρίς όμως να αυξάνουν την παραγωγικότητα των εργαζομένων.
Τουναντίον.
Στην Ελλάδα οι εργοδότες αναλαμβάνουν τις περισσότερες και πλέον
δυσβάστακτες εργασιακές δεσμεύσεις σε σχέση με όλες τις άλλες προηγμένες χώρες.
Η ελληνική εργατική νομοθεσία θεωρεί τον εργαζόμενο δικαιοπρακτικά
περιορισμένης ικανότητας άτομο, που δεν είναι σε θέση να διαπραγματευτεί ο
ίδιος τους όρους της εργασίας του και χρειάζεται το κράτος-πατερούλη να τον
προστατεύσει. Όσο όμως περισσότερο επιχειρεί το κράτος να τον προστατεύσει τόσο
οι αρχικά αόρατες ‒στα μάτια των πολλών‒ συνέπειες αρχίζουν να γίνονται επώδυνα
ορατές, επιδρούν στην παραγωγικότητα και οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας. Η
«προστατευτική» νομοθεσία έχει ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη μακροχρόνια ανεργία.
Η εξήγηση είναι απλή για κάποιον ο οποίος τουλάχιστον έχει εργαστεί ή γνωρίζει
πολιτική οικονομία. Ο προστατευτισμός και οι ευνοϊκές ρυθμίσεις της εργατικής
νομοθεσίας σε συνδυασμό με την υπέρμετρη φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνση
καθιστούν:
Α) την πρόσληψη εργαζομένου υπερβολικά ακριβή για την επιχείρηση. Ας μην
ξεχνάμε ότι στην πραγματική οικονομία το εισόδημα κάποιου αποτελεί κόστος για
κάποιον άλλον.
Β) Την απόλυση του εργαζομένου εξαιρετικά δύσκολη και ιδιαίτερα δαπανηρή
ειδικά για τη μικρομεσαία επιχείρηση.
Η υπερπροστατευτική εργατική νομοθεσία έχει λοιπόν ως συνέπεια, η οικονομία
να λειτουργεί σήμερα με λιγότερους εργαζομένους από όσους πραγματικά χρειάζεται.
Αντιθέτως, ένα καθεστώς ελευθερίας στην αγορά εργασίας θα οδηγούσε σε περιορισμό
των κινδύνων για τις επιχειρήσεις και αύξηση των προσλήψεων.
* Δημοσιεύθηκε στο Φιλελεύθερο στις 21 Δεκεμβρίου 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου